.widget.ContactForm { display: none; }

Επικοινωνία

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Σάββατο 9 Νοεμβρίου 2013

Αρχαίαι Θαλάμαι


Οι Θαλάμες (παλαιότερα Κουτήφαρι) είναι παραδοσιακός οικισμός του Δήμου Δυτικής Μάνης του νομού Μεσσηνίας. 
Οι Θαλάμες είναι κτισμένες σε ημιορεινή τοποθεσία (υψόμετρο 430 μέτρα) στη δυτική πλευρά της οροσειράς του Ταΰγετου. Βρίσκονται σε απόσταση 58 χλμ νοτιοανατολικά της Καλαμάτας.
Η περιοχή των Θαλαμών φέρεται να κατοικείται τουλάχιστον από την μυκηναϊκή περίοδο. Αργότερα αποτέλεσε πόλη Λακεδαιμόνιων περιοίκων που γνώρισε σημαντική ανάπτυξη ενώ επί ρωμαιοκρατίας αποτέλεσε μέλος του Κοινού των Ελευθερολακώνων. Η πόλη ήταν επίσης ονομαστή για τις ιερές πηγές και το ονειρομαντείο της στο οποίο λατρευόταν αρχικά η Πασιφάη και έπειτα η Ινώ.


Ιστορικό πλαίσιο [1]
Τα αρχαιολογικά ευρήματα δείχνουν ότι η πόλις των αρχαίων Θαλαμών υπήρχε από την Γεωμετρική/ Αρχαϊκή περίοδο και αποτελούσε μέρος της Μεσσηνιακής επικράτειας.
Μέχρι το -600 ολόκληρη η μεσσηνιακή επικράτεια είχε περιέλθει υπό τον έλεγχο των Σπαρτιατών, με αποτέλεσμα οι φιλολογικές αναφορές τόσο στην περιοχή, όσο και στους κατοίκους της, σχεδόν να παύουν μέχρι τον -4 αι.
Οι οικιστικές θέσεις, που εντοπίζονται στη βορειοανατολική ακτή του Μεσσηνιακού Κόλπου, δηλαδή η Πέφνος και η ευρύτερη της περιφέρεια (ανάμεσα από τις Θαλάμες και τα Λεύκτρα), όπως, επίσης, και οι πόλεις Θαλάμαι, Λεύκτρα, Καρδαμύλη, Φαρές, Γερηνία και Αλαγονία (η τελευταία καταλαμβάνει το βορειοανατολικότατο άκρο της μεσσηνιακής χώρας) πέρασαν στον έλεγχο των Σπαρτιατών, καθιστώντας, έτσι, τη μεσσηνιακή επικράτεια τμήμα της Λακωνικής.
Οι αρχαίες Θαλάμες από το -600 περίπου εντάσσονται στις Περιοικίδες πόλεις υπό τον έλεγχο των Σπαρτιατών.
Το -195, μετά την ήττα του Σπαρτιάτη τυράννου Νάβιδος από το Ρωμαίο στρατηγό Τίτο Φλαμινίνο, η Σπάρτη χάνει τον έλεγχο της περιοχής και ιδρύεται το Κοινό των Λακεδαιμονίων, μέρος του οποίου ήταν και οι αρχαίες Θαλάμες ενώ το -21 το Κοινό αναδιοργανώνεται από τον Αύγουστο και μετονομάζεται σε Κοινό των Ελευθερολακώνων.


Αρχαίες Πηγές και Μυθολογία
Τα περισσότερα στοιχεία για τις αρχαίες Θαλάμες τις λαμβάνουμε από τον περιηγητή Παυσανία, ο οποίος αναφέρει σχετικά:[2]
"Η απόστασις ἀπὸ τὸ Οίτυλον εἰς τὰς Θαλάμας εἶναι περίπου ὀγδοήκοντα σταδίων καὶ κατὰ τὴν ὁδὸν εἶναι ἱερὸν καὶ μαντεῖον τῆς Ἰνους, τοὺς χρησμοὺς δὲ τοὺς λαμβάνουν κατὰ τὸν ὕπνον, δηλαδὴ ὅσα ζητήσουν ἀπὸ τὴν θεάν τοὺς τὰ δίδει δι᾿ ὀνείρων. Εἰς τὸ ὕπαιθρον τοῦ ναοῦ εἶναι στημένα χάλκινα ἀγάλματα, ἕνα τῆς Πασιφάης καὶ ἄλλο τοῦ Ἡλίου, αὐτὸ δὲ ποὺ εἶναι ἐντὸς τοῦ ναοῦ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ τὸ ἴδῃ κανεὶς ἕνεκα τῶν στεφανωμάτων λέγουν ὅμως ὅτι εἶναι καὶ αὐτὸ χάλκινον. Τρέχει μάλιστα καὶ γλυκό νερό ἀπὸ ἱερὰν πηγήν. Η Πασιφάη ἐξ ἄλλου εἶναι ἐπώνυμον τῆς Σελήνης καὶ ὄχι τοπικὴ θεὰ τῶν Θαλαματῶν. 
Πρὸς τὴν θάλασσαν καὶ εἰς ἀπόστασιν εἴκοσι σταδίων ἀπὸ τὰς Θαλάμας εἶναι ἡ ὀνομαζομένη Πέφνος. Εμπροσθεν δὲ βράχου κεῖται μικρὰ νῆσος, ἡ ὁποία ονομάζεται καὶ αὐτὴ Πέφνος. Οι Θαλαμᾶται λέγουν ὅτι ἐδῶ ἐγεννήθησαν οἱ Διόσκουροι. Τοῦτο γνωρίζω ὅτι τὸ εἶπε καὶ ὁ Αλκμὼν εἰς τὰ ποιήματά του λέγουν ὅμως ὅτι δὲν ἀνετράφησαν οὗτοι εἰς τὴν Πέφνον, ἀλλὰ ὁ εἰς τὴν Πελλάναν Ἑρμῆς τοὺς μετέφερεν ἐκεῖ. Εἰς αὐτὴν τὴν μικρὰν νῆσον ὑπάρχουν εἰς τὸ ὕπαιθρον χάλκινα αγάλματα τῶν Διοσκούρων, μεγέθους περίπου ἑνὸς ποδός· ταῦτα ἡ θάλασσα, ἂν καὶ σκεπάζει κατὰ τὸν χειμῶνα τὸν βράχον, δὲν θέλει νὰ τὰ μετακινήσῃ. Καὶ αὐτὸ εἶναι θαῦμα καὶ τὸ ὅτι οἱ ἐδῶ μύρμηκες ἔχουν λευκότερον χρῶμα ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Οἱ Μεσσήνιοι δὲ λέγουν ὅτι παλαιότερα ἡ χώρα αὐτὴ ἦτο ιδική των, ὥστε νομίζουν ὅτι οἱ Διόσκουροι συγγενεύουν περισσότερον μὲ αὐτοὺς παρὰ μὲ τοὺς Λακεδαιμονίους."
Ο Στάβων αναφέρει:[3]
"Σύμφωνα δὲ πρὸς τὴν παράδοσιν ὁ Πέλοψ ἵδρυσε τὸ Λεύκτρον, τὴν Χαράδραν καὶ τὰς Θαλάμας, αἱ οποῖαι τώρα καλοῦνται Βοιωτοί, ὅταν ἔδωσεν εἰς γάμον τὴν ἀδελφήν του Νιόβην εἰς τὸν Αμφίονα και μετέφερεν ἀπὸ τὴν Βοιωτίαν ὡρισμένους αποίκους. "
" Εἶναι δὲ γνωστός καὶ ἄλλος Παμισός, ἀλλὰ πολὺ ἀσήμαντος, εἶδος χειμάρρου, ο ὁποῖος ρέει περὶ τὸ Λεῦκτρον τῆς Λακωνίας καὶ ὁ ὁποῖος ἔδωκεν ἀφορμὴν ἀμφισβητήσεων μεταξύ Λακεδαιμονίων καὶ Μεσσηνίων ἐπὶ Φιλίππου." 
Ο Κλαυδίος Πτολεμαίος αναφέρει ότι οι αρχαίες Θαλάμες ήταν πόλις μεσόγειος -Λακωνικής Μεσόγειοι[4]
Για το περίφημο Ιερό της Ινούς- Πασιφάης εκτός από τον Παυσανία μας πληροφορούν ο Πλούταρχος και ο Κικέρων. Ο Πλούταρχος στους Βίους Παράλληλους, Άγης και Κλεομένης, αναφέρει:
"...Τοὺς ἔλεγαν νὰ θυμηθοῦν τοὺς παλιούς χρησμούς, ὅτι ἡ φιλοχρηματία θὰ εἶναι καταστρεπτικὴ γιὰ τὴ Σπάρτη, κι ἔπρεπε νὰ φυλάγωνται ἀπ' αὐτή, καὶ τοὺς νέους ποὺ τοὺς ἦρθαν ἀπὸ τὴν Πασιφάα, ποὺ εἶχε στις Θαλάμες ἕνα ἱερὸ καὶ μαντεῖο, πολυτιμημένο καὶ ποὺ ἦταν, ὅπως γράφουν μερικοί, μία ἀπὸ τὶς Ατλαντίδες, κι ἀπὸ τὸ Δία ἐγέννησε τὸν Αμμωνα· ἄλλοι λένε πως ἦταν ἡ Κασσάνδρα, ἡ κόρη του Πριάμου, ποὺ πέθανε ἐκεῖ, καί, ἐπειδὴ φανέρωνε σὲ ὅλους τὰ μαντεύματα, τὴν ὀνόμασαν Πασιφάα." 
"...Τὶς ἡμέρες ἐκεῖνες ἔτυχε, ἕνας ἀπὸ τοὺς ἐφόρους, ποὺ κοιμόταν στὸ ἱερὸ τῆς Πασιφάας, νὰ ἰδῆ ἕνα περίεργο ὄνειρο. Εἶδε πώς στον τόπο που κάθονταν οἱ ἔφοροι κι ἐξέταζαν τὶς δημόσιες υποθέσεις, ἦταν μονάχα μιὰ ἕδρα, καὶ οἱ ἄλλες τέσσερες ἔλειπαν, κι ἐπειδὴ παραξενευόταν, ἀκούστηκε μιὰ φωνὴ ἀπὸ τὸ ἱερὸ ποὺ ἔλεγε, ὅτι αὐτό ἦταν τὸ καλύτερο γιὰ τὴ Σπάρτη. Ὅταν ὁ ἔφορος διηγήθηκε τὸ ὄνειρό του στον Κλεομένη, ἐκεῖνος ταράχθηκε στὴν ἀρχή, γιατί νόμισε πὼς ὑποπτεύθηκαν κάτι και ἤθελαν νὰ τὸν δοκιμάσουν..." [5]
Ο Κικέρων αναφέρει:"...Επιπλέον, οι Σπαρτιάτες ηγεμόνες, μη ικανοποιημένοι με τις διαβουλεύσεις τους όταν ήταν ξύπνιοι, κοιμόντουσαν σε ένα ιερό της Πασιφάης που βρίσκεται σε ένα χωράφι κοντά στην πόλη, για να ονειρεύονται εκεί, επειδή πίστευαν ότι οι χρησμοί που λαμβάνονταν σε ανάπαυση ήταν αληθινοί."[6]
Κάποια επιπλέον μυθολογικά στοιχεία για τις αρχαίες Θαλάμες αναφέρονται στο έργο του Αθ. Σταγειρίτη Ωγυγία ή Αρχαιολογία:[7]
"Ὁ δὲ Τυνδάρεως διωχθεὶς, ἦλθεν εἰς τὴν Αἰτωλίαν πρὸς τὸν Θέσιον, καὶ ἐβοήθησεν αὐτὸν εἰς τὸν τότε πρὸς τοὺς γείτονας πόλεμον. Ὅθεν ἔλαβε τὴν θυγατέρα αὐτοῦ Λήδαν γυναῖκα· Ἐκεῖθεν τοίνυν ἐκάλεσεν αὐτὸν ὁ Ἡρακλῆς εἰς τὴν βασιλείαν. Κατ' ἄλλους δὲ κατέφυγεν εἰς τὴν Πελλάναν πόλιν τῆς Λακωνίας, ἢ εἰς τὴν Μεσσήνην πρὸς τὸν Αφαρέα, καὶ διέτριβεν ἐν τῇ πόλει Θαλάμαις καλουμένην, ἔχων καὶ τὴν Λήδαν, καὶ ἐκεῖ ἐγέννησε τους Τυνδαρίδας, την Τιμάνδραν, Κληταιμνήςραν, Ελένην καὶ Χιλονόην, ἥτις ἀπέθανε παρθένος. Οθεν ἔπλασαν, ὅτι κατέςησεν αυτὴν ἡ ῎Αρτεμις ἀθάνατον· ἦτον δὲ καὶ ὁ Τάφος τοῦ Τυνδάρεω ἐν τῇ Σπάρτη πλησίον τοῦ ναοῦ τοῦ Κοσμη τα Διός.Εἴρηται δὲ, ὅτι ὁ Ζεὺς μεταμορφωθεὶς εἰς Κύκνον, ἐξηπάτησε τὴν Λήδαν, καὶ ἐγέννησε τὸν Πολυδεύκην καὶ τὴν Ἑλένην. Τὰ δὲ ἄλλα τέκνα ἐγεννήθησαν ἐκ του Τυνδάρεω. Εἴρηται καὶ ὅτι κατ᾿ ἄλλους ἐγεννήθησαν ἐκ τοῦ αὐγοῦ τῆς Νεμέσεως. Οἱ δὲ Τυνδαρίδαι ὁ Κάςωρ καὶ Πολυδεύκης, οἱ Διόσκουροι ονομαζόμενοι ἀπὸ τοῦ κοῦρος καὶ Διὸς, εγεννήθησαν δίδυμοι ἐν τῇ νήσῳ Πέφνῳ τῆς Μεσσηνίας, καὶ ἀνετράφησαν εἰς τὴν Πελλάναν. Οθεν οίκειοποιοῦντο αὐτοὺς οἱ Μεσσήνιοι."
Σύμφωνα με τοπικό μύθο ο Πάρης βοηθήθηκε από τους Θαλαμιώτες να φυγαδεύσει την ωραία Ελένη στην Τροία, από το σημερινό χωριό Τραχήλα. Λέγεται ότι η ωραία Ελένη γλίστρησε καθώς πήγε να ανέβει στο καράβι και ο Πάρης την έσωσε αρπάζοντας την από τον τράχηλο. Από εκεί προήλθε και το όνομα του χωριού. Η αντίδραση του Μενέλαου ήταν άμεση. Έστειλε ένα σώμα οπλιτών με διοικητή τον Τιάνα. Το σώμα στρατοπέδευσε το βράδυ λίγο πιο πάνω από την πόλη και το πρωί την κατάστρεψε ολοκληρωτικά. Το μέρος που κατέλυσε την νύχτα ο Τιάνας με τους στρατιώτες του ονομάστηκε Σωματιανά και το βουνό που δέχτηκε στους πρόποδές του τους εχθρούς της πόλης Γαϊδουροβούνι.Κατά την περίοδο της σπαρτιάτικης ακμής η σημασία της πόλης συγκεντρωνόταν στο μαντείο της Πασιφάης που βρισκόταν εκεί.

Η ιστορία της έρευνας
O Leake που περιηγήθηκε την Πελοπόννησο στις αρχές του 19ου αι. επισκέφτηκε την περιοχή και αναφέρει σαν πιθανή θέση των Θαλαμών την περιοχή του χωριού της Πλάτσας ή εκεί κοντά[8], ενώ ο Boblaye στην κοιλάδα του ποταμού της Μηλιάς που εκβάλει στο λιμάνι του Αγ. Δημητρίου όπου υπάρχει και η νησίδα Πέφνος.[9] Οι περιηγητές θεωρούν ότι ο ποταμός της Μηλιάς είναι ο "μικρός Πάμισσος" που αναφέρει ο Στράβων και θεωρούνταν το όριο της Μεσσηνιακής επικράτειας κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους.
Ο Γερμανός αρχαιολόγος Ernst Curtius επίσης επισκέφτηκε την περιοχή και αναφέρει ότι οι Θαλάμαι πρέπει να βρισκόταν στη δεξιά όχθη του μικρότερου Παμίσου, όπως και το λιμάνι η Πέφνος στις εκβολές. Αναφέρει ότι στην περιοχή των Θαλαμών, στο δρόμο για το Οίτυλο -ίσως κοντά στην Τραχήλα- υπήρχε ναός και ονειρικό μαντείο της Ινούς, που λατρευόταν εδώ ως Πασιφάη.[10]
Η έρευνες του Αθ. Πετρίδη
Η ταύτιση του Μαντείου της Ινούς- Πασιφάης έγινε από τον Αθ. Πετρίδη, ο οποίος εντόπισε πλήθος επιγραφών, αρχιτεκτονικών μελών και διάφορα άλλα ευρήματα στην περιοχή της μεγάλης σκεπαστής βρύσης που υπάρχει εντός του χωριού των Θαλαμών (πρώην Κουτήφαρι). Τα ευρήματά του ο Πετρίδης τα δημοσίευσε[11] στο περιοδικό «Πανδώρα» κατά τα έτη 1868- 1871: 
Καὶ ἐν μὲν ταῖς Θαλάμαις διασωζούσαις ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τοῦ Παυσανίου τό τε Μαντεῖον τῆς ἰνοῦς καὶ τὰ ἀγάλματα, σήμερον δὲν ὑφίσταται τι εἰμὴ ἐρείπια. Καὶ αὐτὸ τὸ ἀρχαῖον ὄνομα ἀπωλέσθη μὴ διασωζόμενον, ὡς διεσώθη τὸ τοῦ Οἰτόλου. Αἱ Θαλάμαι σήμερον ονομάζονται Κουτοίφαροι ἢ Κουτίφαρη ;) ὁ κοινὸς λαὸς λέγει σ' τὴ Κουτίφαρη. Εἰς δὲ τὸ Μαντεῖον τῆς Ινοῦς ὑπῆρχε πρό τινος Βυζαντινός ναός ᾠκοδομημένος φαίνεται ἐπὶ τοῦ ναοῦ τοῦ ἀρχαίου ἀλλ᾽ οἱ κάτοικοι θελήσαντες ἵν᾿ ἀνοικοδομήσωσι πλησίον ἄλλον μεγαλήτερον, κατέστρεψαν τὸν Βυζαντινὸν καὶ μετέφερον ἐκεῖ τὸ ὑλικὸν, ούτινος ἀναμέσον διακρίνονται στήλαι ἡμίθραυστος, κίονες καὶ διάφορα άλλα τεμάχια λίθων ἐκ τοῦ Μαντείου. Εν τῷ κενωθέντι χώρω εὑρίσκονται πολλά αρχαία κειμήλια καταπλακωμένα, αξίας μεγάλης ὄντα, ἀλλὰ διὰ τὸν τό φόβον μὴ ἁρπάσῃ αὐτὰ ἡ κυβέρνησις παρὰ τῶν ἰδιοκτητῶν τοῦ χώρου, κατακρύβονται, καὶ δὴ καί τινα καὶ εἰς ἀπώλειαν ὑπόκεινται (1) σώζεται δὲ καὶ ἡ ἱερὰ πηγή, ἐξ ἧς ἀρύονται οἱ κάτοικοι τὸ ὕδωρ, μὲ τὴν διαφορὰν ὅτι δεν σέβονται αὐτὸ πλέον ὡς ἱερόν. Ταῦτα καὶ ἄλλαι πληροφορίας μὲ ὡδήγησαν όπως ἀνεύρω σαφῶς τὴν θέσιν, ἀνακαλύψας το Μαντείον τῆς Ινοῦς, περὶ τοῦ ὁποίου καὶ ὁ Γάλλος Βαρθελεμύς εἰς τὴν περιήγησιν τοῦ Αναχάρσιδός τους κάμνει μὲν σημείωσιν εἰς τὸν χάρτην τῆς Λακωνίας, ἀλλὰ τὴν θέσιν, πολλοῦ γε καὶ δεῖ, νὰ ἐξακριβώση οὐδ᾽ ἁπλῶς ἀναφέρων. τὰ αὐτὰ παρετήρησα, ὅσον τὸ κατ' ἐμὲ, καὶ εἰς ἄλλους τινὰς Εὐρωπαίους. 
Παρά τῷ χώρο, ἐν ᾧ τὸ Μαντείον τῆς Ινοῦς ὑπῆρχε, πρότινος ᾠκοδομήθη Δημοτικὸν Σχολεῖον, εἰς τὸ ὁποῖον συχνάζουσιν οἱ παῖδες Κουτίφαρης, Λαγκάδας καί τινων εξωμονίων. Γινομένης δε της οἶκοδομῆς τοῦ σχολείου, ὅτι καὶ ὑλικὸν ἀνεσκέπτετο ἐκ τοῦ χώρου τοῦ ἱεροῦ, ἐγένετο ἡ ἀνακάλυψις τῆς επομένης ἐπιγραφής, ήτις διαφυλάττεται μέσα εἰς τὸ σχολείου. Δὲν μοι ἐπετράπη καιρὸς νὰ ἐνασχοληθώ περισσότερον εἰς τὴν ἀνάγνωσιν αὐτῆς· τινὰ τῶν γραμμάτων εἰσὶ λίαν δυσανάγνωστα ἕνεκα της σκόνης καὶ σχεδὸν ἀπαλείψεως(2).


(1) Με διηγήθησαν ότι εκρίθη πρό τινων χρόνων τράπεζα μαρμαρίνη ἐν τῷ χώρω τούτῳ τοσοῦτον ωραία κατὰ τοὺς χωρικούς, ώστε "είχε όλα τα λουλούδια και άνθη του κόσμου επάνω της σκαλισμένα», ἀλλ' ὅτι φοβούμενοι την κυβέρνησιν κατέκρυψαν αυτήν, τινὲς δὲ μοὶ προσέθηκαν ὅτι τὴν απέρυψαν εἰς τὴν θάλασσαν ἵν᾿ ἀποφύγωσι τῆς ἐρευνας της κυβερνήσεως. εγώ όμως πιστεύω ότι σώζεται που κεκρυμμένη. Ευρέθη και πίθος ον και είδον διασωζόμενον, χωρητικότητες 600- 700 όκ. ἔχον καὶ ἐπιγραφές, αν δεν εδυνήθης νὰ ἀναγνώσει, καθότι ο ιδιοκτήτης είχεν εἰς μέρος τῆς οἰκίας, ὅπου ούτε τη βοηθεία φωτός ηδυνάμην να διακρίνω τα γράμματα. Ο δημοδιδάσκαλος έχει δακτυλιόλιθον ἢ ἐξ ἐνωτίου ούσαν, λαμπροτάτην, ἔχουσαν τον Δία καθήμενον ἐπεὶ ἔδρας, καὶ ἂν μὲν τῇ δεξιά φέροντα σφαίραν ἐν δὲ τῇ ἀριστερά σκήπτρον, ημίγυμνος, αριστούργημα γλαφῆς. κάτωθεν αυτόν υποπτεύω μὴ είναι αδάμας. Οἱ δὲ παιδες εύρον υἱάλιση τε έχον ἐντὸς δύο λέοντας ἐκ χρυσού φύλλου, ὅπερ ὅμως έσπασαν τίς θρύμματα θέλοντες νὰ ἐξαγάγωσι τοὺς λέοντας ἐπὶ σκεπές παιδιάς, ἀλλ᾽ ἕως ἂν προφθάση ο δημοδιδάσκαλος να σώσει το κειμήλιον ἐγίνετο κόνις. 
(2) άνωθεν τοῦ ναοῦ τοῦ Βυζαντινού κεῖται κήπος ἔχων ἐλαίας. ἐν αὐτῷ ὑπάρχουσι στήλες καταπλακωμένοι ὑπὸ χωμάτων και πετρών, ώστε έξω δεν φαίνεται μηδέν. δὲ μὴ εἰδὼς ὑποτίθησιν ἀπώλειαν αυτών.
Άνωθεν του χωρίου ο Κουτίφαρης ἐπὶ του βουνοῦ, ὅπου ὑπάρχει μικρόν τι οροπέδιον, μοὶ εἶπον, ὅτι ὑπάρχει καὶ φρούριόν τι "τοῦ Μελιγγού"(3) καλούμενον. Καὶ ὡς φαίνεται, ἐκτίσθη ἐκεῖσε διὰ τὸ ἀπότομον τοῦ ὄρους ἐπὶ τῆς ἀποστασίας τῶν ἐνταῦθα διαμενόντων ἀπὸ τῆς ἐν Πελοποννήσῳ εἰσβολῆς τῶν Σλαύων, περὶ ὧν ὁ Πορφυρογέννητος λέγει: "Μόνοι δὲ οἱ ἐξερῖται καὶ οἱ Μιληγγοί κατελείφθησαν (ανυπότακτοι) ὑπὸ τὴν Λακεδαιμονίαν καὶ τὸ Έλος. Καὶ ἐπειδὴ ὄρος ἐστὶν ἐκεῖσε μέγα και υψηλότατον, καλούμενον Πενταδάκτυλος, καὶ εἰσέρχεται ὥσπερ τράχηλος εἰς τὴν θάλασσαν, ἕως πολλοῦ διαστήματος, διὰ τὸ εἶναι τὸν τόπον δύσκολον, κατώκησεν εἰς τὰς πλευρὰς τοῦ αὐτοῦ ὄρους δὲν μὲν τῷ ἑνὶ μέρει οἱ Μιληγγοί, ἐν δὲ τῷ ἑτέρῳ οί Εζερίται" (Κωνσταν. Πορφυρογέν. Κεφάλιο Γ τῆς πρὸς τὸν ἴδιον υἱὸν συγγραφής.)
 Άρα λοιπὸν ἐν Θαλάμαις ἡγεμών τις τῶν Σλαύων εἶχε τὴν ἕδραν του, ἀλλ᾽ ἐπὶ τῆς ἀποστασίας αὐτῶν συμβάσης μεταξὺ τοῦ 829- 867 απεσύρθη διὰ τὸ ἀν σφαλέστερον εἰς τὸ ὄρος μετὰ τῶν ὁμοφύλων του, ὅθεν ἀντέκρουσε τὸν Βυζαντινὸν στρατηγόν, τὸν ἀποσταλέντα πρὸς καταδάμασιν αὐτῶν. Τότε ίσως ἐκτίσθη καὶ τὸ ἐν λόγῳ φρούριον. Πολλάκις δ' ἐπανεστάτουν οἱ ἐν Λακωνία Σλαβος κατὰ τῶν Βυζανττινῶν, οἵτινες συχνάκις κατεστενοχώρησαν αὐτοὺς καὶ κατηφάνισαν, ἕως οὗ δὲν ἔμειναν ἐνταῦθα εἰμή ονόματά τινα τοπικά, αναμιμνήσκοντα μόνον τὴν ἐν τῇ ἑλληνικὴ ταύτη γῇ διαμονὴν αὐτῶν ἐπί τινας χρόνους.
(3) Εἰς τὸ χωρίο Μπλάτσα, έδρας του Δήμου Λεύκτρων νῦν, υπάρχει ἐκκλησία ἀρχαῖα ἐν τῷ νάρθηκα τῆς ὁποίας φαίνονται εξωγραφημένοι ἐπὶ τὸ Βυζαντινὸν οἰ κτίτορες αυτοῦ  "Κωνσταντίνος Μιληγγὸς καὶ σύζυγος αὐτοῦ"
Εἰς δὲ τὸ χωρίον Νεμιτζή, μόλις εν τέταρτον τῆς Κουτίφαρης ἀπέχον, εὗρον ἐντὸς ναοῦ παρὰ τὴν ὁδὸν κειμένου καὶ κατεῤῥηριμμένου, τὰς ἑξῆς ἐπιγραφές, ἐπὶ λίθου χρησιμεύοντας ἀντὶ ἁγίας Τραπέζης ἐντὸς τοῦ ἱεροῦ, ἀλλὰ βεβαίως ἀλλαχόθεν μετακομισθέντος. Αἱ ἐπιγραφαὶ ὡς μία οὖσαι εἰς τὴν ἐπιφάνειαν τοῦ λίθου, δυσκόλως διακρίνονται κατὰ τὰ ὅρια αὐτῶν· ὁ πανδαμάτωρ δὲ πλεῖστα ὅσα ἐξήλειψεν ἀπ' αὐτῶν γράμματα. Εικάζω μήπως καὶ ὁ λίθος οὗτος μετηνέχθη ἐκ Θαλαμῶν, καὶ μάλιστα ἐκ τῶν ὀνομάτων "Ευθυμοκλής" και "Δάμοια" ἅτινα ἀναφέρονται ἐνταῦθα, ὡς καὶ ἐν τῇ ἀνωτέρω τῇ παρὰ τῷ χώρῳ τοῦ ἱεροῦ τῆς Ινοῦς εὑρεθείση.


Αἱ ἐπιγραφαί αὗται μοὶ ἐφάνησαν διαφόρων ἐποχῶν, καὶ ὅτι ἐπὶ ἀρχαιοτέρων ἐπεγράφησαν νεώτεραι. ἡ νεωτέρα χεὶρ μάλιστα κατέστρεψέ τινα τῶν ἀρχαιοτέρων· τὸ δὲ περίεργον ὅτι ὁ λίθος ἐφ' οὗ αἱ ἐπιγραφαί, ἔχει ἄνωθεν στρῶμά τι ισοπαχὲς χάρτη χονδρῷ, καὶ ἐπ' αὐτοῦ αἱ ἐπιγραφαί· ὁ χρόνος δὲ πολλαχοῦ συνέτριψε το στρώμα συμπαρασύραν καὶ μέρη τῶν ἐπιγραφῶν εἰς τὴν ἀπώλειαν. φαίνεται δ' ὁ τύπος τινῶν γραμμάτων καὶ κάτωθεν τοῦ λιθίου τούτου στρώματος. Ο λίθος τὸ μῆκος ἑνὸς καὶ ἡμίσεως γαλλ. μ. τὸ δὲ πλάτος δύο ποδῶν, τὸ δὲ βάθος ἑνὸς ποδός.
Εἰς δὲ τὸ χωρίον Κουτίφαροι τοῦ αὐτοῦ Δήμου εὗρον ἐντετειχισμένας ἐπὶ τῆς θύρας τοῦ νεοδμήτου ναοῦ τὰς ἑξῆς


ἐπὶ λίθου μαρμαρίνου κειμένας, μεταφερθείσας δ' ἐνταῦθα, ἀγνοεῖται, πόθεν. ἐνταῦθα κεῖται καὶ ἄλλη τις ἐπιγραφή, ἂν δὲν ἐδυνήθην ν᾿ ἀντιγράψω, ὡς πολὺ ὑψηλὰ οὖσαν εἰς τὸ τεῖχος τῆς ᾿Εκκλησίας.
Παρὰ τῇ δημοτικῇ σχολὴ τοῦ αὐτοῦ Νεοχωρίου  ἀνεκάλυψα τὰ ἐρείπια του μαντείου τῆς ἐνοῦς, (ίδε Παυσανίαν ἐν τοῖς Λακωνικ.) Περὶ τούτου καὶ εἰς προτέραν μου Συλλογήν Λακωνικών Επιγραφῶν ἐποιούν μην λόγον. Παρὰ τὸν αὐτὸν τοῦ Μαντείου χῶρον ἀνεκαλύφθη πίθος χωρητικότητος 800 ἐκ. καὶ ἔχον πέριξ τοῦ στομίου αὐτοῦ τὴν ἐπιγραφὴν ταύτην


Ωσαύτως ἐν τῷ ἐμβαδῷ τοῦ μαντείου ἐσχάτως εὑρέθη μονώνυξ, ὡς εἰκάζω, καμπύλος, ἐφ᾽ οὗ ἡ Ινώ μέχρι στήθους ἐγκεκόλαπται.

Οι έρευνες του Edward S. Forster
Στις αρχές του 20ου αι. ο Edward S. Forster, ενήμερος για τα ευρήματα του Πετρίδη, επισκέφτηκε τις Θαλάμες. Βρήκε αρκετές από τις επιγραφές που είχε εντοπίσει ο Πετρίδης, αλλά το πιό σημαντικό είναι η εύρεση μεγάλου λίθινου βάθρου με την αναγραφή "η πόλις η Θαλαματών". Έτσι για πρώτη φορά έχουμε και επιγραφική επιβεβαίωση για την ταύτιση των αρχαίων Θαλαμών με την περιοχή του σύγχρονου ομώνυμου χωριού. Επίσης δίπλα από την μεγάλη σκεπαστή πηγή που συνδέεται με το μαντείου της Ινούς- Πασιφάης βρέθηκε επιγραφή με το όνομα της Πασιφάης επιβεβαιώνοντας ότι στο σημείο της πηγής υπήρχε το περίφημο αρχαίο Ιερό.
Ο Edward S. Forster αναφέρει:[12] 
"Στο χωριό Κουτιφάρι υπάρχουν δύο επιγραφές που αναφέρουν τους Θαλαμάτες (Αρ. 19, 20), οι τελευταία σε ένα λίθο τέτοιου μεγέθους που δύσκολα θα μπορούσε να είχε φερθεί από άλλη τοποθεσία. Στα ανατολικά του χωριού, σε ψηλότερο έδαφος στη θέση Παλαιόχωρα, έχουν έρθει στο φως πολυάριθμα αρχαία κατάλοιπα, κίονες και τοίχοι, μεταξύ των οποίων και ενεπίγραφος πίθος (αρ. 16). και άλλες επιγραφές είναι χτισμένες σε εκκλησίες και σπίτια (Αρ. 14, 15, 17, 18, 20). Η απόσταση από τον Οίτυλο, που είναι 19 χιλιόμετρα, συμφωνεί με τα 80 στάδια που δίνει ο Παυσανίας, και η τοποθεσία δεν βρίσκεται αμέσως στην ακτή της θάλασσας, αλλά περίπου 3 χιλιόμετρα στην ενδοχώρα. Δεν έχω λοιπόν κανένα δισταγμό να φτιάξω τους Θαλάμες στο σύγχρονο Κουτίφαρι.
Κοντά στην Παλαιόχωρα και νότια του κύριου τμήματος του Κουτιφαρίου βρίσκεται ένας μεγάλος ανοιχτός χώρος στον οποίο υπάρχουν δύο άφθονες πηγές τοξωμένες με καμάρες. Με εξαίρεση το χωριό Λαγκάδα, όπου δεν υπάρχουν ίχνη αρχαιοτήτων ή επιγραφών, δεν υπάρχει φυσική πηγή σε όλο το δρόμο από τον Οιτύλο και όλα τα χωριά πρέπει να εξαρτώνται από στέρνες για την υδροδότηση τους. Είναι η μεγαλύτερη και πιο νότια από αυτές τις πηγές που, νομίζω, σηματοδοτεί τη θέση του Μαντείου της Ινούς- Πασιφάης. Και σε περαιτέρω επιβεβαίωση αυτής της άποψης, βρήκα ενσωματωμένη στο περβάζι του γειτονικού σχολείου μια επιγραφή που καταγράφει αφιέρωση στην Πασιφάη (αρ. 15)."
Επιγραφή 14: Διός Καβάτα
Την επιγραφή δημοσίευσε πρώτος ο Πετρίδης. Ο Edward S. Forster αναφέρει ότι την βρήκε ανάμεσα στα ερείπια του παλιού σχολείου, λίγο Β. της πηγής: Ὕψος (μέγ. σωζ.): 0.765μ., πλ. (μέγ. σωζ). 0.49μ., πάχ. (μέγ. σωζ.) 0.19μ. Ὕψος γραμμ. 0.04 (ΔΙΟΣ)- 0.07μ. (Λ, Ε).
Ἀρχὲς -5ου αἰ. 
Διὸς Καβάτα.
πέμποι
ϝέτει
θύεν·
5 Λεhίον
Γαιhύλο
Μτφρ.: Τοῦ Διὸς Καβάτα. Νὰ τελεῖται θυσία κάθε πέντε χρόνια. Λησίων Γαισύλου.
Οἱ ἐπιγραφικὲς μαρτυρίες πού σώζονται σχετικὰ μὲ τὴ λατρεία τοῦ Διὸς Καταιβάτου χρονολογοῦνται ἀπὸ τὸν -5ο αἰ. ἕως τὸν +1ο αἰ. Ἡ ἀναφορὰ κάποιων ἀπὸ αὐτὲς σὲ ἄβατον ἢ ἄδυτον τοῦ θεοῦ, ὅπου δὲν ἦταν ἐπιτρεπτὴ ἡ εἴσοδος, δηλώνει τὴ χθόνια φύση αὐτῆς τῆς μορφῆς τοῦ Διός. Ἱερὰ τοῦ Διὸς Καταιβάτου ἱδρύονταν κυρίως στὴν ὕπαιθρο, σὲ τόπους ὅπου ἤλαυνε ὁ κεραυνός. Oἱ τόποι αὐτοὶ ὀνομάζονταν ἐνηλύσια ἢ ἠλύσια.[13]


Επιγραφή 15: Πασιφάη
Νικοσθενίδας τᾶι Παλιφᾶι γεροντεύων ἀνέσηκε.
Επιγραφή από λευκό μάρμαρο που αναφέρει προσφορά προς την Πασιφάη. Εντοιχισμένη σε περβάζι του σχολείου, ακριβώς Ν. της πηγής:, ύψος 0.3μ., πλάτος 0.44 μ., πάχος 0.08. 


Επιγραφή 19: Η πόλις η Θαλαματών
Βρέθηκε στα γειτονικά ερείπια της εκκλησίας του "Αγ. Στράτηγου", λίγα μέτρα Β. του παλιού σχολείου. Ύψος, 1.73μ., πλάτος 0.73 και 0.73μ. βάθος. 
Το μεγάλο μαρμάρινο βάθρο σώζεται ακέραιο, και πρέπει να υποστήριζε αγάλματα των Αυτοκρατόρων Καρακάλλα και Γέλα.,-211/ -212,  που είχαν στήσει προς τιμή τους οι κάτοικοι των Θαλαμών. Αργότερα το όνομα του Γέτα σβήστηκε.


Οι έρευνες ης Βρετανικής Σχολής [14]
Την επόμενη χρονιά μετά την δημοσίευση των ευρημάτων του Edward S. Forster, το 1904, η Βρετανική Σχολή Αθηνών (British School at Athens- BSA) πραγματοποίησε έρευνες στις Θαλάμες για την ανασκαφική επιβεβαίωση των επιγραφικών ευρημάτων.
Αναφέρουν ότι η πηγή που έχει την καλύτερη τοπική φήμη για την ποιότητα και που μόνη της είναι βέβαιο ότι θα επιβιώσει το πιο ζεστό καλοκαίρι, είναι η πηγή στη θέση Σβίνα, σε απόσταση μισού μιλίου του Κουτιφαρίου, στο πλάι του οποίου ο κ. Φόρστερ βρήκε τη μεγάλη επιγραφή του. Κανένα άλλο μέρος δεν ταιριάζει τόσο καλά στην περιγραφή του Παυσανία. Άλλες επιγραφές που δημοσιεύθηκαν από τον κ. Forster (αριθ. 14, 15 και 16) βρέθηκαν κοντά σε αυτήν την πηγή. 
Ένα όμορφο δωρικό κιονόκρανο (Εικ. 1) βρέθηκε σε απόσταση 350μ. σε μια μικρή πηγή στην πλαγιά του λόφου, και θραύσματα δύο λεπτών μαρμάρινων παραστάδων ανακαλύφθηκαν σε πενήντα μέτρα από το μέρος, κοντά στο τείχος των μεγάλων πώρινων ογκόλιθων που περιγράφονται παρακάτω, που μπορεί κάλλιστα να προέρχονται από το ίδιο το ιερό.


Ο υπαίθριος χώρος, κοντά στον οποίο συγκεντρώνονται τα σπίτια στην Σβίνα, περιέχει δύο πηγές, την προαναφερόμενη, σε γενική χρήση σήμερα, και περικλείεται σε ένα σύγχρονο θολωτό πηγάδι, και μια άλλη, γνωστή με το όνομα "Εβραϊκό πηγάδι"', το οποίο δεν χρησιμοποιείται πλέον από τους κατοίκους. Η πηγή αυτή περικλείεται εν μέρει από τοίχους καλής αρχαίας τοιχοποιίας και πιστεύουμε ότι ήταν η ιερή πηγή που αναφέρει ο Παυσανίας.
Δημοσιεύτηκε στον δέκατο ένατο τόμο της Πανδώρας (1868), σελ. 337, ότι υπήρχαν αρχαιότητες λίγο βόρεια από το δεύτερο ή παλαιότερο πηγάδι. Εκεί βρέθηκαν ένας μεγάλος χονδρόκοκκος πίθος, πιθανότατα ύστερης Ρωμαϊκής χρονολογίας, που περιέχει το κάτω μέρος αγγείου έκχυσης, τμήμα πέτρινου μύλου σε σχήμα ζαριού, κεφαλή σιδερένιας αξίνας (μήκους 26.5εκ.), χάλκινη καρφίτσα (μήκους 8εκ.), τμήμα βυζαντινού λυχναριού, μισό πέτρινο σφυρί νεολιθικής εποχής, θραύσματα χονδροειδούς κεραμικής και μερικά όστρακα μαύρης εφυαλωμένης κεραμικής Ελληνιστικών χρόνων. 
Ανάμεσα στο χωράφι και το πηγάδι ανακάλυψε στη συνέχεια μια μαρμάρινη επιφάνεια τραπεζιού, έναν αυλακωτό άξονα που δεν ταιριάζει με το τραπέζι, μέρος ενός χειρόμυλου, και μια επιμήκης βάση στήλης.
Η πόλη Θαλάμαι πιθανότατα βρισκόταν στην περιοχή που ανεβαίνει απότομα πάνω από τον ανοιχτό χώρο γύρω από τα δύο πηγάδια, και εκτεινόταν σε μια εύφορη έκταση που τώρα σε μεγάλο βαθμό είναι φυτεμένο με κήπους. Η έντονη ανθρώπινη δραστηριότητα στους νεότερους χρόνους φαίνεται να έχει καταστρέψει το μεγαλύτερο μέρος των αρχαιοτήτων στην θέση αυτή.
Φαίνεται ότι αυτή η θέση κατοικήθηκε από πολύ παλιά. Έχει αναφερθεί ένα νεολιθικό αντικείμενο και σε ένα όρυγμα λίγο πιο πάνω από το παλιό πηγάδι βρήκαμε το πάνω μέρος μιας μεγάλης Bügelkanne από χοντρό πηλό (η λαβή είναι περίπου 20εκ.), ενός είδους που είναι γνωστό ότι είναι Κρητικό, το οποίο παρέχει στοιχεία τόσο για την πρώιμη κατοίκηση όσο και για την κρητική επιρροή που φαίνεται να υπονοείται στον μύθο της Ινούς- Πασιφάης.
Μαρτυρίες για την Ελληνιστική κατοίκηση αποτελούν το εκλεκτό δωρικό κιονόκρανο, το οποίο βρέθηκε σε μια μικρή πηγή στην πλαγιά του λόφου και πιθανότατα προήλθε από εκκλησία του Αγίου Στρατήγου, η οποία είναι σε μεγάλο βαθμό κτισμένη από μεγάλους δόμους. Οι διαστάσεις του είναι: Άβακας: 70εκ. x 68εκ., 9.5εκ. ύψος. Έχινος: Διαμ., 68εκ. στην κορυφή, 41εκ. στο κάτω μέρος, ύψος 8εκ. Ύψος λαιμού 7.5εκ., διάμ. 39.5 εκ. Στο κάτω μέρος είναι ένα δαχτυλίδι 41εκ. σε διαμ. 2εκ. σε ύψος. 
Ένα άλλο παρόμοιο κιονόκρανο ελαφρώς μικρότερων διαστάσεων, το οποίο ήταν χτισμένο στον τοίχο της ερειπωμένης εκκλησίας του Αγίου Αθανασίου, μεταξύ Κουτηφαρίου και Σβίνας, οι δύο δωρικές παραστάδες που προαναφέρθηκαν, που φαίνονται από το σχήμα του εχίνου ότι ανήκουν στον -4ο αι., ενώ ο επίπεδος εχίνος των κιονόκρανων είναι χαρακτηριστικός της αρχιτεκτονικής του -6ου αι., ποσότητα μαύρης εφυαλωμένης κεραμικής, μερικά νομίσματα που βρέθηκαν στην ανασκαφή και η  τοιχοποιία Ελληνιστικών χρόνων του παλιού πηγαδιού που περιγράφονται παρακάτω. 
Από τη ρωμαϊκή περίοδο βρήκαμε λυχνάρια, μερικές χάλκινες περόνες και θραύσματα από Σαμιακή ή ψευδο- Αρετινή κεραμική. 
Οι υφιστάμενοι τοίχοι, ωστόσο, που ανακαλύφθηκαν στην πλαγιά πάνω από τα πηγάδια προδίδουν από την κακή τους κατασκευή και τον ακανόνιστο σχηματισμό τους, μεταγενέστερη χρονολόγηση. Μάλλον σε αυτά θα πρέπει να δούμε τοίχους του μεσαιωνικού ή βυζαντινού οικισμού, στοιχεία για τα οποία δίνονται άφθονα από τις πολυάριθμες εκκλησίες της συνοικίας, που περιέχουν πολλά διακοσμητικά γλυπτά και τοιχογραφίες που αξίζουν λεπτομερούς μελέτης. Φαίνεται ξεκάθαρα ότι η παρουσία των εξαιρετικών πηγών έκανε την τοποθεσία των Θαλαμών δημοφιλή από τα παλιά χρόνια, και σήμερα παρουσιάζει μια πιο γόνιμη και ευημερούσα εμφάνιση από οποιοδήποτε από τα γειτονικά χωριά.


Στην πηγή διατηρούνται δύο τείχη των Ελληνστικών χρόνων, ενώ θα πρέπει να επισκευάστηκε στα μεσαιωνικά χρόνια πριν πάρει την σημερινή της μορφή με την θολωτή σκεπή.
Ακριβώς πάνω από το πηγάδι βρίσκεται η τοποθεσία της εξαφανισμένης εκκλησίας του Αγίου Ταξιάρχου, όπου ο κ. Forster είδε την επιγραφή Νο. 14. Στη θέση εκκλησίας δεν ανακαλύφθηκε τίποτα εκτός από δύο τάφους. Σε ένα πλάτωμα στα Ν., εν μέρη καταλαμβανόμενο από ένα ερειπωμένο σχολείο βρέθηκαν Βυζαντινό κεραμίδι στέγης, θραύσματα γυάλινου αγγείου, θραύσματα Ρωμαϊκών λυχναριών, ελλειπτική στήλη πιθανώς από την εκκλησία,  νόμισμα Αυτοκρατορικών χρόνων και θραύσματα ακατέργαστων αγγείων.
Πενήντα μέτρα βορειοανατολικά από το παλιό πηγάδι και ακριβώς πίσω από το νεότερο, ανακαλύψαμε, σε βάθος 1 μέτρου, ένα τείχος μονής διαδρομής από μεγάλους τετραγωνισμένους αρχιτεκτονικούς δόμους των Ελληνιστικών χρόνων που εκτείνεται βορειοδυτικά προς νοτιοανατολικά για 9.50 μέτρα, εφάπτεται με τοίχο νεότερης κατασκευής στο βορειοδυτικό άκρο, που βρίσκεται πάνω από την όχθη μιας μικρής κοίτης χειμάρρου. Το έδαφος είναι ελαφρώς ψηλότερα προς τα βόρεια, έτσι ώστε το νοτιοανατολικό μισό του τείχους να βρίσκεται σε χαμηλότερο επίπεδο από το βορειοδυτικό, και από αυτό ένα τείχος μονής διαδρομής εκτείνεται για 5.10 μέτρα σε ορθή γωνία προς τα νοτιοδυτικά. 
Ίχνη ενός άλλου εγκάρσιου τοίχου στα βορειοανατολικά ανακαλύψαμε 5 μέτρα πάνω από την πλαγιά. Οι ογκόλιθοι είναι κατά μέσο όρο 1.20Χ 0.50Χ 0.40 μέτρα και στηρίζονται σε θεμέλια από μικρές πέτρες και θραύσματα τούβλου. 
Οι πλάτες από τις πέτρες είναι ακανόνιστες και οι άκρες φθαρμένες και κατεστραμμένες. Είναι λοιπόν σαφές ότι δεν βρίσκονται στην αρχική τους θέση. Ταυτόχρονα, είναι πολύ απίθανο να είχαν μεταφερθεί τόσο πολλά μεγάλα τετράγωνα. Το ίδιο επιχείρημα ισχύει και για τη μεγάλη βάση του αγάλματος με την επιγραφή που δημοσίευσε ο κ. Forster. Το γεγονός αυτό και η ανακάλυψη των θραυσμάτων παραστάδας στην ίδια περιοχή, δείχνουν ότι το ίδιο το ιερό βρισκόταν όχι μακριά από αυτό το σημείο. 
Μπορεί να υπάρχουν και άλλα ίχνη που δεν έχουν ανασκαφεί, και σε κάθε περίπτωση η διαχρονική αναζήτηση για οικοδομικά υλικά θα εξηγούσε την απουσία τους. 
Ανάμεσα στην πηγή και του αρχαίου τείχους βρίσκεται μια πλαγιά όπου ανακαλύφθηκαν τα περισσότερα υπολείμματα τειχών. Ανάμεσά τους, σε βάθος 3 μέτρων, βρήκαμε έναν ελλειπτικό κλίβανο ή φούρνο, πιθανότατα για κεραμική. Έχει τοίχους από μικρές πέτρες και ισοπεδωμένο δάπεδο επενδυμένο με καμένο πηλό και ένα υπερυψωμένο πεζούλι ύψους 45εκ. και πλάτους 30εκ. που διατρέχει το εσωτερικό περιμετρικά. Υπάρχουν δύο είσοδοι στα άκρα της μακρύτερης πλευράς. Μήκος 2.70μ., πλάτος 2.40μ. Στο δυτικό άκρο του χώρου αυτού, αποκαλύφθηκαν τμήματα λίθινης βάσης αγάλματος με τμήμα επιγραφής. 
Συμπερασματικά, λοιπόν, οι ανασκαφές φαίνεται ότι επιβεβαίωσαν τη θεωρία για τη θέση του μαντείου της Ινούς- Πασιφάης σύμφωνα με τα στοιχεία του Παυσανία. Το ιερό πρέπει να ήταν κτίσμα κάποιων αξιώσεων, αν του αποδώσουμε τα εκλεκτά μαρμάρινα κιονόκρανα και παραστάδες, και η απουσία αναθημάτων ή άλλων μικρών υπολειμμάτων εξηγείται εύκολα από τη φύση του εδάφους. Όσον αφορά τη σκοπιμότητα μελλοντικής ανασκαφής στην τοποθεσία, είναι πολύ πιθανό να ανακαλυφθούν περαιτέρω ίχνη του Ελληνιστικού οικισμού με ενδελεχή εξέταση του εδάφους, ειδικά μεταξύ των κήπων στην πλαγιά κάτω από τα πηγάδια, αλλά η γενική εμφάνιση της περιοχής καθιστά αμφίβολο εάν η εργασία θα ανταμειφθεί επαρκώς.


Επιγραφές Θαλαμών (BSA 1904)
Στην έρευνα του 1904 η Βρετανική Σχολή Αθηνών εντόπισε και κάποιες επιγραφές τις οποίες δημοσιεύει. 
Επιγραφή 1: Μονή Καβελάρη
Στο ερειπωμένο μοναστήρι της Παναγίας Καβελάρη, τέσσερα μίλια νοτιοδυτικά του Κουτιφαρίου, υπάρχει λευκή μαρμάρινη στήλη που στηρίζει την τράπεζα της εκκλησίας. Πάνω από 78εκ. ύψος, 23εκ. πλάτος και 13εκ. βάθος. Γράμματα 1.50 έως 2.0εκ. Η στήλη είναι εν μέρει θαμμένη στη γη, επομένως το συνολικό της μήκος είναι άγνωστο, καθώς ήταν αδύνατο να σκάψουμε μέσα στην εκκλησία.
ΛΑΝΙΚΙΑ
ANEΘΕKE
ΤΩΙΑΓΛΑΠΙΩΙ
Το μοναστήρι στέκεται στην απότομη πλαγιά του Αγίου Νίκων πάνω από ένα κοίλωμα στα βουνά, όπου υπάρχουν αμπέλια, ακριβώς από κάτω είναι μια πλούσια πηγή. Ο δρόμος προς το Γύθειο διασχίζει την απέναντι πλαγιά. Δεν βρέθηκαν άλλα ίχνη αρχαίων καταλοίπων, αλλά το σημείο θα ήταν κατ' εξοχήν κατάλληλο για χώρο ιερού.
Λανικία: Τα θηλυκά ονόματα με την κατάληξη -νικία φαίνεται να περιορίζονται στην περιοχή της Λακωνίας. Με το όνομα Λανίκη ήταν γνωστή η θυγατέρα του Δροπίδα, τροφός του Μεγάλου Αλεξάνδρου. (Αρριανός: Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις [4.9.1])
Αγλαπίῳ είναι ένα από τα επίθετα που προσδίδονται στον Ασκληπιό. Ο Υσύχιος αναφέρει το Αγλαόπης ως Λακωνική παραλλαγή, ενώ ο Λυκόφρων αναφέρεται στον Θεό ως Ήπιος.
Η επιγραφή θα πρέπει να χρονολογείται στα μέσα του -4ου αι.


Επιγραφή 2:
Βάση αγάλματος που βρέθηκε σε πολλά θραύσματα μεταξύ του παλιό πηγαδιού και το χωράφι με τις ελιές. Η βάση έχει 69εκ.πλάτος, 44εκ. βάθος και ύψος σωζόμενου θραύσματος 70.5εκ. Γράμματα 2.5 έως 3.5εκ. Το υλικό της βάσης είναι ασβεστόλιθος.
ἀνδριάντα ή ανδριάντος 
πρέσ]βεως
Χρονολόγηση στου Αυτοκρατορικούς χρόνους.


Επιγραφή 3
ΤΙΜΟΚΡΑΤΗΣ
Στήλη από ερυθρό μάρμαρο (rosso antico) που βρέθηκε στην Σβήνα (Πλάτανος) Ύψος 51εκ., πλάτος 24εκ., ύψος γραμμάτων 1.8εκ. Χρονολόγηση στα Ρωμαϊκά χρόνια.


Επιγραφή 4
Στήλη από ερυθρό μάρμαρο (rosso antico) που βρέθηκε στο Κουτήφαρι. Ύψος γραμμάτων 2.5- 3.5εκ. Η αρχική επιγραφή έχει σβηστεί και έχει αναγραφή Κα(υ)μένη Χαίρε. Το όνομα είναι χριστιανικό και η επιγραφή πρέπει να χρονολογείται από την παλαιοχριστιανική περίοδο.


Επιγραφή 5
Στήλη από rosso antico με αέτωμα και ακρωτήρια στολίδια παρόμοια με τα νούμερα 3 και 4 που βρέθηκε εντοιχισμένη πάνω από την πόρτα της εκκλησίας της Ευαγγελίστριας Κουτηφαρίου. 41εκ. επί 38εκ.. Γράμματα 1.3εκ. έως 1.6εκ.
Μετά το ΘΕΟ υπάρχουν σημάδια προηγούμενης επιγραφής κάτω από ολόκληρη την οριζόντια ράβδο του σταυρού. -θεα χαίρε και -θεο πρέπει να αποτελούν μέρος του ονόματος άλλου αποθανόντος και είναι γράμματα που χρονολογούνται στα Ρωμαϊκής ή Παλαιοχριστιανικά χρόνια.


Το υπόλοιπο είναι συνηθισμένη μορφή υστεροβυζαντινής κτητορικής επιγραφής για την ανέγερση ναών. Ο μικρός κύκλος μετά το Αυγούστου είναι μάλλον διακοσμητικός. Μπορεί να είμαι η ημέρα του μήνα, ή το αρχικό του ονόματος του κτήτορα Παπαγιανάκης.
Αυτές οι τρεις τελευταίες επιγραφές αποτελούν μια ενδιαφέρουσα ομάδα, καθώς όλες βρίσκονται σε στήλες από rosso antico, παρόμοιου μεγέθους και εμφάνισης και πιθανώς της ίδιας περίπου χρονολογίας. Σε κάθε περίπτωση η αρχική επιγραφή έχει σβηστεί και μια μεταγενέστερη επιγραφή έχει αντικατασταθεί, αλλά στο Νο. 5 έχουμε μέρος μιας παλαιότερης επιγραφής που σώζεται αν αυτή είναι η ίδια η αρχική επιγραφή ή σκαλισμένη πάνω από μια προηγούμενη ελληνική είναι αβέβαιο, αλλά είναι ούτως ή άλλως δυνατό να δηλωθεί ότι και οι τρεις στήλες είναι των Ελληνιστικών χρόνων.
Επιγραφή 6
Η επιγραφή ΦΥΓΙΜΟΝ υπάρχει σε έναν ογκόλιθο που βρέθηκε στο δρόμο από το Νομιτσή στα Σωματιανά, πάνω από το σημείο των ανασκαφών. Γράμματα 4εκ. έως 9εκ.
Το ΦΥΓΙΜΟΝ εμφανίζεται στην ογδοηκοστή πρώτη γραμμή της επιγραφής των Μυστηρίων της Ανδανίας από τη Μεσσηνία με την έννοια του ιερού ή του ασύλου (φύγιμον εἶμεν τοῖς δούλοις). Ο βράχος είναι πολύ μεγάλος για να τον έχουν φέρει από άλλο σημείο, και μπορούμε επομένως να υποθέσουμε ότι το όριο του Τεμένους ήταν σ΄αυτό το σημείο.


Η έρευνα του Richard Hope Simpson,1957.
Τις Θαλάμες επισκέφτηκε το 1957 ο Αμερικανός αρχαιολόγος Richard Hope Simpson και αναφέρει σχετικά:
Η ταύτιση των Θαλαμών και του μαντείου της Ινούς- Πασιφάης με τη θέση Σβίνα (σημ. Πλάτανος) κοντά στο Κουτιφάρι προτάθηκε από τον Forster, και επιβεβαιώθηκε από τις ανασκαφές της Βρετανικής Σχολής. 
Κατά τις ανασκαφές ανακαλύφθηκαν δύο αντικείμενα παλαιότερα της Ελληνιστικής εποχής, μέρος ενός μεγάλου αγγείου, ενός είδους και μεγέθους που είναι γνωστό ότι είναι κρητικό, και μισό από ένα πέτρινο σφυρί νεολιθικής εποχής. Το πιθάρι βρισκόταν συχνά σε θέσεις της Εποχής του Χαλκού στη Λακωνία και τη Μεσσηνία. Τώρα έχει εξαφανιστεί, αλλά αναμφίβολα ήταν το ΥΕIII στην εποχή του, όπως τα παρόμοια πιθάρια από τη Θήβα και την Τίρυνθα. Ο τύπος είναι πλέον γνωστό ότι προέρχεται από την ηπειρωτική χώρα και επομένως δεν μπορεί να θεωρηθεί ως απόδειξη των κρητικών δεσμών. 
Από την άλλη πλευρά, είναι πιθανό η πήλινη μορφή που συζητείται παρακάτω να είναι κρητική και θα πρέπει να περιμένουμε ότι η κρητική επιρροή που προτείνεται για το Μαντείο της Ινούς -Πασιφάης να προέρχεται από την Εποχή του Χαλκού. (Εάν τα μολυβένια ειδώλια που βρέθηκαν στον θολωτό τάφο στον Κάμπο, είναι κρητικής προέλευσης, θα ήταν φυσικό να υποθέσουμε ότι υπήρχαν και άλλες κρητικές συνδέσεις σε αυτή την ακτή). 
Το πέτρινο σφυρί μπορεί να ανήκει σε οποιαδήποτε περίοδο της Εποχής του Χαλκού, και σχεδόν σίγουρα δεν είναι νεολιθικό.
Στα ψηλά πεζούλια μεταξύ της Σβίνας και των βουνών στα Α, βρήκα μερικά μάλλον φθαρμένα μυκηναϊκά (ΥΕIII) όστρακα. Δύο θραύσματα από απλούς κυλίκες. Τρία θραύσματα από βαθιά μπολ, βαμμένα σε θαμπό μαύρο μονόχρωμο εσωτερικά και εξωτερικά που χρονολογούνται στην ΥΕIIIB- C.
Περίπου 2 χιλιόμετρα βόρεια της Σβίνας, στο οροπέδιο μεταξύ Κουτηφαρίου και Πλάτσας, υπάρχουν φθαρμένα αυλάκια τροχών στον σκληρό ασβεστολιθικό βράχο, που εκτείνονται από βορρά προς νότο, και κοντά τους προς τα ανατολικά βρίσκονται τα ερείπια εκτεταμένων αρχαίων λατομείων. 
Μου είπαν ότι ανάμεσα στο οροπέδιο και τη θάλασσα στα δυτικά υπάρχουν πολλά υπολείμματα αρχαίων κτισμάτων κάτω από το έδαφος και υπάρχουν αρκετά κλασικά και ρωμαϊκά όστρακα στην περιοχή που υποδηλώνουν την παρουσία μιας πόλης. Είναι πιθανό ότι η παλιά πόλη των Θαλαμών ξεκίνησε στο υψηλότερο έδαφος κοντά στη Σβίνα και αργότερα απλώθηκε προς τη θάλασσα (όπως συνέβη στο Λεύκτρο και στις Καρδαμύλες).


Κεφάλι πήλινης μορφής που βρέθηκε στη Σβίνα
Ο κ. Γ. Κονδέας, από τη Σβίνα, παρουσίασε πρόσφατα στο Μουσείο Καλαμάτας πήλινη κεφαλή πρώιμου τύπου, που βρέθηκε σε χωράφι κοντά στο πηγάδι που ερευνήθηκε από τη Σχολή. Το θραύσμα είναι αποκομμένο στη βάση του λαιμού, πιθανώς από μια πλήρη ανδρική μορφή. Το ύψος του θραύσματος είναι o 10.5εκ., το πλάτος 5.5εκ. και το ύψος της κεφαλής από το στέμμα μέχρι το κάτω μέρος του πηγουνιού 6.5εκ. Είναι κατασκευασμένο από καφέ πηλό και διακοσμημένο με θαμπό μαύρο χρώμα. Το κεφάλι είναι μοντελοποιημένο σε ένα πρωτόγονο στυλ, αλλά το αποτέλεσμα είναι ευγενές και αξιοπρεπές. Η μύτη και το πηγούνι είναι προεξέχοντα και υπερβολικά. τα μάτια προεξέχουν και κυκλώνονται με μαύρη μπογιά και οι κόρες των ματιών φαίνονται με μεγάλες μαύρες κουκκίδες. Τα αυτιά είναι πλαστικά αποδομένα, ο λαιμός είναι μακρύς και το στέμμα του κεφαλιού είναι ψηλό και θολωτό και στολισμένο με δύο λεπτούς παράλληλους δακτυλίους μαύρου χρώματος, που πιθανώς αντιπροσωπεύουν σκούφο ή κράνος. Η μυτερή μύτη και το πηγούνι (ίσως υποδηλώνει γένια) και το στοιχειώδες σχισμένο στόμα θυμίζει σε στυλ τα κρητικά είδωλα της υπομινωικής περιόδου από το Κάρφι και το Γκάζι, αλλά υπάρχει επίσης μια παράλληλη φιγούρα της ΥΕIII εποχής  από την Ασίνη, τον λεγόμενο «Άρχοντα της Ασίνης», η οποία είναι επίσης ζωγραφισμένη και έχει ένα κάπως παρόμοιο στυλιζαρισμένο πηγούνι, που πιθανώς αντιπροσωπεύει γενειάδα. Συνολικά, φαίνεται πιο πιθανό η κεφαλή της Σβίνας να είναι υστερομυκηναϊκής παρά πρωτογεωμετρικής ή υπομινωικής χρονολογίας, αλλά θα μπορούσε να ανήκει σε οποιαδήποτε περίοδο.

"Αριστομένης ο Μεσσήνιος"

[1] -Shipley G: "An Inventory of Archaic and Classical Poleis Mogens" Herman Hansen and Thomas Heine Nielsen. Σελ: 547,549,565
-The Minnesota Messenia Expedition. Reconstructing a Bronze Age Regional Environment Edited by William A. McDonald and George R. Rapp, Jr. Σελ: 290
-Ιωάννης Γ. Γραμματικός. Απαρχές και εξέλιξη των πόλεων της Πελοποννήσου, από τον -8ο έως τον -4ο αιώνα. Σελ: 202
[2] Παυσανίας Λακωνικά 26
[3] Στράβων Η, 4,4 και 6
[4] Κλαυδίου Πτολεμαίου, Γεωγραφική Υφήγησις ΙΙΙ.11-17
[5] Πλουτάρχου: Άγις, 9. Κλεομένης, 7
[6] Κικέρων: De divinatione 43, 96
[7] Σταγειρίτη Αθ.: Ωγυγία ή Αρχαιολογία. Τόμος Ε, σελ: 4
[8]William Leake Peloponnesiaca: A Supplement to Travels in the Moréa 179-81
[9] M.E. Puillon Boblaye. Recherches géographiques sur les ruines de la Morée, éd. Levrault, Paris, 1835 Σελ:92-93
[10] Curtius, Ernst. Peloponnesos: eine historisch-geographische Beschreibung der Halbinsel (Band 2)- Gotha, 1852.Σελ: 284
[11] Αθ. Πετρίδη. Επιγραφές Μάνης. Περιοδικό «Πανδώρα» Τεύχος 449,451, 454 (online)
[12] Edward S. Forster. "South-Western Laconia. Sites". Στο: The Annual of the British School at Athens Vol. 10, 1903/1904
[13]Μαρία Σ. Διακουμάκου: Νέα ἀνάγνωση τοῦ Μεσσηνιακοῦ ἱεροῦ νόμου (IGV1, 1316) (online)
[14] Guy Dickins. "Laconia: III. Thalamae". Στο: The Annual of the British School at AthensVol. 11, 1904/1905. Σελ: 124- 136
[15] Richard Hope Simpson: Identifying a Mycenaean State. BSA 52, 1957, 231-259.



Printfriendly