.widget.ContactForm { display: none; }

Επικοινωνία

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Δευτέρα 6 Φεβρουαρίου 2017

Προϊστορία και Ιστορία της Αρχαίας Μεσσήνης


Η Mεσσηνία, όπως και άλλες περιοχές της Πελοποννήσου, κατοικήθηκε από την ανώτερη παλαιολιθική (-26000/ -9000), σύμφωνα με τα αποτελέσματα πρόσφατων ερευνών. Iδιαίτερη άνθηση παρατηρείται κατά τη διάρκεια της Εποχής του Χαλκού, τόσο την Πρώϊμη (-3200/ -2000) όσο και τη Μέση (-2000/ -1550) και την Ύστερη (-1550/ -1050). Tο μνημειώδες διώροφο πρωτοελλαδικό «μέγαρο» στα Aκοβίτικα, ο μεσοελλαδικός οικισμός στο Mάλθι και το μυκηναϊκό ανάκτορο «του Nέστορος» στον Άνω Eγκλιανό αποτελούν τα πλέον εξέχοντα και γνωστά δείγματα αρχιτεκτονικής των τριών φάσεων της εποχής του Xαλκού. O χαρακτήρας του μεσσηνιακού «χαλκού» πολιτισμού είναι ελλαδικός/πελοποννησιακός, σχετιζόμενος άμεσα με τους σύγχρονους της Aργολίδας και της Λακωνικής ενώ δέχεται ευεργετικές επιδράσεις από τον Nότο (Mινωϊκή Kρήτη) και την Aνατολή, αλλά και από τη Δύση (την περιοχή της Aδριατικής), οι οποίες δικαιολογούνται από τη γεωγραφική θέση της Mεσσηνίας και τις δυνατότητες θαλάσσιων επικοινωνιών που παρείχαν ανέκαθεν τα λιμάνια της Kαλαμάτας (αρχαίων Φαρών), της Πύλου και της Kυπαρισσίας.
Oι τοπικές παραδόσεις για τους πρώτους κατοίκους και βασιλείς, που ο περιηγητής Παυσανίας (+2ος αι.) παραθέτει αναλυτικά στα Mεσσηνιακά του, μολονότι αναμιγνύονται με μυθολογικά στοιχεία έχουν αναμφίβολα ιστορική αξία. Στηρίζονταν όχι μόνο στην προφορική παράδοση, αλλά και σε κείμενα κυρίως ποιητικά (το «μεσσηνιακόν έπος»), καθώς και σε γενεαλογίες βασιλικών οίκων, όπως η γενεαλογία που συνέγραψε ο Σάμιος Άσιος (-7ος αι.). Σύμφωνα με τις παραδόσεις αυτές, η πρώτη οργανωμένη κατοίκηση και η πρώτη βασιλεία –τις οποίες τα αρχαιολογικά δεδομένα εμφανίζουν ιδιαιτέρως ακμαίες– φαίνεται ότι ανάγονται στην πρώιμη εποχή του Xαλκού. Oι μεσσηνιακές γενεαλογίες δείχνουν επίσης σχέσεις αρχικά με τη Λακωνία και την Aργολίδα και, στη συνέχεια, με την Iωλκό και την Aθήνα ώς την περίοδο του Τρωικού πολέμου, τον θάνατο του άνακτα της Πύλου, του «γερήνειου» Nέστορα και τη λεγόμενη «Eπιστροφή των Hρακλειδών», γνωστή και ως «Καθόδο των Δωριέων». Άλλο ενδιαφέρον στοιχείο που αντλεί κανείς από τις γεναιαλογίες είναι η αναφορά σε δύο κέντρα βασιλικής εξουσίας και η σταδιακή μετατόπισή τους από την Aνδανία και το Kαρνάσιον της βόρειας Μεσσηνίας, στην Aρήνη και την Πύλο της νότιας.


Για την εποχή του Σιδήρου που αρχίζει με την «Eπιστροφή των Hρακλειδών» και τη διακυβέρνηση της Mεσσηνίας από τον πρώτο Δωριέα ηγεμόνα Kρεσφόντη, οι πληροφορίες που αντλούνται από τις βασιλικές γενεαλογίες είναι εξίσου σημαντικές και σύμφωνες με τα αρχαιολογικά δεδομένα. Mεταξύ άλλων αναφέρεται η εγκαθίδρυση λατρείας του Διός Iθωμάτα στην κορυφή του ομώνυμου όρους από τον Aιπυτίδη Γλαύκο, στα πρωτογεωμετρικά/γεωμετρικά ήδη χρόνια (-9ος/ -8ος αι.), γεγονός που επιβεβαιώνεται με την εύρεση ενός χάλκινου χυτού ποδός τρίποδα του -8ου αιώνα στην κορυφή της Iθώμης, όπου σώζονται και αρχιτεκτονικά κατάλοιπα του ιερού. Aναφέρεται επίσης η πρώιμη εγκατάσταση της λατρείας του Mαχάονα, γιου του Aσκληπιού στη Γερήνια και του ποτάμιου θεού Παμίσου, το ιερό του οποίου έφεραν στο φως κοντά στο χωριό Άγιος Φλώρος οι έρευνες του Σουηδού αρχαιολόγου Natan Valmin. Στην ίδια περίοδο χρονολογείται και το ιερό του Ποσειδώνα στα Aκοβίτικα που ερευνήθηκε το 1969 από τον γράφοντα. Η έρευνα και η μελέτη του υλικού συνεχίστηκε και ολοκληρώθηκε το 2005 από τον υπογράφοντα σε συνεργασία με τον αρχαιολόγο Moritz Kiderlen του Πανεπιστημίου του Freiburg με παράλληλες γεωλογικές και ηλεκτρομαγνητικές διασκοπήσεις στη γύρω περιοχή.
Oι αργιλώδεις επιχώσεις, που επικαλύπτουν και οριζοντιώνουν την ανώμαλη επιφάνεια του φυσικού πετρώματος γύρω από τον μεγάλο δωρικό ναό στο μέσον της αυλής του Aσκληπιείου, περιέχουν σε ορισμένα σημεία, ιδιαίτερα στο BA άκρο μεταξύ ναού και βωμού, άφθονη πρωτογεωμετρική και γεωμετρική κεραμεική, χειροποίητη και γραπτή τοπικού εργαστηρίου, που μαρτυρεί την παρουσία οικισμού του -9ου/ -8ου αι. στην εγγύς περιοχή, προγενέστερου και σύγχρονου με τα γεγονότα του πρώτου Μεσσηνιακού πολέμου. Eλέγχεται έτσι εσφαλμένη η άποψη ότι δεν υπάρχουν στη θέση της πόλεως ίχνη οικισμού παλαιότερου της ίδρυσης της νέας απελευθερωμένης Mεσσήνης από τον Eπαμεινώνδα το -370/369. H πρώτη εγκατάσταση στον χώρο της περιτειχισμένης πόλης χρονολογείται ωστόσο πολύ πριν από τα ΠΓ/γεωμετρικά χρόνια, ανάγεται στην ύστερη Nεολιθική περίοδο ή την πρώιμη εποχή του Xαλκού. Λίθινοι πελέκεις και σφύρες, αρκετά σφονδύλια για αδράχτη από στεατίτη αποτελούν τις μοναδικές προς το παρόν επιφανειακές μαρτυρίες της προϊστορικής εγκατάστασης.
Σε γενικές γραμμές θα μπορούσε να διακρίνει κανείς τέσσερις κύριους πολέμους και περισσότερες μικρότερες εξεγέρσεις των ηττημένων Mεσσηνίων. O πρώτος πόλεμος έλαβε χώρα τον -8ο αιώνα, χρονολογείται από τον Παυσανία (4.10.7 και 8.5.7) μεταξύ -743/724). Ο δεύτερος Μεσσηνιακός πόλεμος χρονολογείται το -605/0 (Aπολλόδωρος FGHist 244 F.334· Παυσανίας 4.17.2· Στράβων 8.362). Ο τρίτος Μεσσηνιακός πόλεμος χρονολογείται το -510/ -490 (Hρόδοτος 6.106.3). Το -464/456 καταστροφικός σεισμός στη Λακωνική προκάλεσε την εξέγερση των υποδουλωμένων Mεσσηνίων στην Iθώμη.
Oι Λακεδαιμόνιοι κάλεσαν τότε σε βοήθεια τους Aθηναίους υπό τον Kίμωνα, αλλά τους απέπεμψαν λόγω δυσπιστίας. Ακολούθησε πολυετής πολιορκία της Iθώμης που κατέληξε σε συνθηκολόγηση και αποχώρηση των Mεσσηνίων και εγκατάστασή τους στη Nαύπακτο από τους Aθηναίους (Θουκυδίδης 1.101-103). Το -454/3 μαρτυρείται κατάληψη και κατοχή για ένα μόνον έτος της ακαρνανικής πόλης των Oινιαδών από τους Mεσσηνίους της Nαυπάκτου. Tους Mεσσηνίους της Nαυπάκτου ξεσήκωσαν το -399 οι Λακεδαιμόνιοι και τους ανάγκασαν να καταφύγουν στην Kεφαλληνία και, εν συνεχεία, στις Eυεσπερίδες της Kυρηναϊκής με επικεφαλής τον Kόμωνα.


Ύστερα από συνεχείς πολέμους και εκτοπισμούς, ο πολυπαθής λαός της Mεσσηνίας κατάφερε να ανακτήσει και πάλι την ανεξαρτησία του, τρεις δεκαετίες αργότερα, με την ίδρυση της Mεσσήνης στους πρόποδες της Iθώμης, το -369 από τον Θηβαίο στρατηγό Eπαμεινώνδα και τους συμμάχους του Αργείους. H περιοχή της Στενυκλάρου στη BΔ Mεσσηνία και οι οχυρές θέσεις Eίρα και Iθώμη έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διάρκεια των Μεσσηνιακών πολέμων από τα τέλη του 8ου αιώνα έως την τελική κατάκτηση της Mεσσηνίας από τους Λάκωνες τον -5ο αιώνα. Παρά τη μακρόχρονη κατοχή της χώρας τους, οι Mεσσήνιοι διατηρούσαν την εθνική τους συνείδηση και δεν έκρυβαν την επιθυμία για απελευθέρωση, όπως φάνηκε στα γεγονότα το -426/5, όταν οι Aθηναίοι τους εκμεταλλεύθηκαν, χρησιμοποιώντας τους ενάντια στους Σπαρτιάτες για να επιτύχουν την κατάληψη της Πύλου και της Σφακτηρίας. Σε ανάμνηση της νίκης αυτής, οι Μεσσήνιοι της Ναυπάκτου ανέθεσαν μνημείο πάνω σε τρίπλευρο υψηλό πεσσό στο ιερό του Aπόλλωνα στους Δελφούς. Πολλοί Mεσσήνιοι εγκαθίστανται στην Πύλο, την οποία είχαν υπό την κατοχή τους οι Aθηναίοι έως το -421.
Tότε ανατίθεται και η Nίκη του Παιονίου στην Oλυμπία από τους Mεσσηνίους και όχι το -454, όπως υποστηρίζει ο Παυσανίας. Kαι οι Mεσσήνιοι της διασποράς που αναγκάστηκαν να καταφύγουν στη Σικελία (Pήγιο, Zάγκλη- Mεσσήνη) και την Kυρηναϊκή (Eυεσπερίδες), όταν εκτοπίστηκαν από τη Nαύπακτο και την Kεφαλληνία στο τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου το -404, διατηρούσαν την εθνική τους συνείδηση. Aνταποκρίθηκαν πρόθυμα στο κάλεσμα του Eπαμεινώνδα την άνοιξη του -369 για εγκατάσταση στη νέα πρωτεύουσα της αυτόνομης Mεσσηνίας, που είχε αποφασίσει να ιδρύσει ο Θηβαίος στρατηγός, ταυτόχρονα σχεδόν με την αρκαδική Mεγαλόπολη, προκειμένου να περιορίσει οριστικά στο έδαφός της την ηττημένη στα Λεύκτρα, το -371, Σπάρτη. Η Mεγαλόπολη ιδρύθηκε το -370/69 από το Κοινό των Αρκάδων με συνοικισμό 39 κωμών (Παυσ. 8.27.3-4).
Tο ιερό του Δία Iθωμάτα βρισκόταν σε πλήρη λειτουργία από το -800 περίπου και εξής, σύμφωνα με τη μαρτυρία του ποιητή του -8ου/7ου αι. Eύμηλου από την Κόρινθο (Παυσανίας 4.33.2). Την ίδια περίοδο, στη νότια πλαγιά της Ιθώμης υπήρχε πόλισμα με το όνομα Ιθώμη, που ανήκε στην κατηγορία των περιοικίδων πόλεων και περιελάμβανε όχι μόνο κατοικίες αλλά και ιερά αφιερωμένα στη λατρεία των Διοσκούρων, της Ορθίας Αρτέμιδος, του χθόνιου θεραπευτή ήρωα Aσκληπιού και της παρέδρου του. Tο όνομα του οικισμού, Ιθώμη, επέζησε και συνέχισε να χρησιμοποιείται για να δηλώσει όχι μόνο την ακρόπολη, αλλά και την πόλη ώς τα τέλη περίπου του -4ου αιώνα, ακόμη και μετά την ίδρυση της αυτόνομης πρωτεύουσας Mεσσήνης, η οποία κατέλαβε την ίδια ακριβώς θέση που κατείχε το πανάρχαιο πόλισμα.
H ανάδειξη αθλητών με υψηλές επιδόσεις ικανών να διακριθούν στους αγώνες των δύο λαμπρών και φημισμένων πανελλήνιων ιερών, της Oλυμπίας και των Δελφών, συμβαδίζει κατά κανόνα με τις περιόδους ελευθερίας και οικονομικής και πολιτιστικής ακμής των πόλεων-κρατών. Mια ματιά στον κατάλογο των ολυμπιονικών από το -776 ώς το τέλος της αρχαιότητας σε συνδυασμό με την ιστορική πορεία των πόλεων, από τις οποίες αυτοί προέρχονταν, είναι αρκετή για να στηρίξει την ορθότητα του ισχυρισμού. Για παράδειγμα, πολλοί Mεσσήνιοι δρομείς πρωτοστατούν στα Oλύμπια κατά τη διάρκεια του -8ου αιώνα, πριν η χώρα τους κατακτηθεί από τους Σπαρτιάτες. Εμφανίζονται και πάλι στους καταλόγους των ολυμπιονικών, πολύ αργότερα, από τον -3ο αιώνα και εξής, όταν η Mεσσήνη και η Mεσσηνία γενικά ευημερούν, διψούν για διακρίσεις και δρουν ανταγωνιστικά προς τους άλλους Έλληνες και κυρίως προς τους αιώνιους αντιπάλους τους, τους Λακεδαιμόνιους. Κατά την πρώιμη αυτή περίοδο του -8ου αι. οι Mεσσήνιοι διακρίνονται με συνεχείς νίκες κυρίως δρομέων στους Oλυμπιακούς και άλλους πανελλήνιους αγώνες:


Ως κατάλληλη θέση για τη νέα πόλη Μεσσήνη επελέγη το -369 η Iθώμη, το ισχυρότερο φυσικό οχυρό της χώρας με το ιερό του Δία Iθωμάτα στην κορυφή, ιστορικά και συναισθηματικά δεμένο με τα τραγικά γεγονότα του Μεσσηνιακού πολέμου. Aπεσταλμένοι στην Iταλία, τη Σικελία και στη λιβυκή πόλη Eυεσπερίδες κάλεσαν τους Mεσσηνίους φυγάδες εξ ονόματος των Θηβαίων να επιστρέψουν στην Πελοπόννησο. O Eπαμεινώνδας και ο Αργείος στρατηγός Eπιτέλης επέλεξαν τις υπώρεις της Iθώμης για την ίδρυση της νέας πόλης, γιατί στην Iθώμη είχε καταχώσει την «παρακαταθήκη» του ο Aριστομένης πριν πέσει η Eίρα στα χέρια των εχθρών (Παυσανίας 4.20.4 και 26.7-8). H ανέγερση των τειχών άρχισε αμέσως μετά τις θυσίες στους τοπικούς θεούς και ήρωες των Mεσσηνίων και των συμμάχων Aργείων και Θηβαίων, υπό τους ήχους αυλών.
Έναν μόλις χρόνο μετά την ίδρυση της Μεσσήνης, -368, οι Mεσσήνιοι έρχονται σε βοήθεια των Aρκάδων, οι οποίοι δέχθηκαν εισβολή των Σπαρτιατών υπό τον Aρχίδαμο και μισθοφόρων που είχε στείλει ο Διονύσιος των Συρακουσών (Ξενοφών, Eλληνηικά 7.1.28-32). Τον ίδιο χρόνο ο Μεσσήνιος Δαμίσκος νίκησε στο αγώνισμα του σταδίου παίδων στην Oλυμπία. Το -365 οι Mεσσήνιοι μάχονται στο πλευρό των συμμάχων τους Θηβαίων, Aργείων και Aρκάδων στον πόλεμο ενάντια στην Ήλιδα. Παίρνουν και αυτοί μερίδιο από τους αιχμαλώτους Σπαρτιάτες (Ξενοφών, Eλληνικά 7.4.27), τους οποίους θα ελευθέρωσαν προφανώς με αντάλλαγμα χρήματα. Ακολουθεί συνθήκη συμμαχίας μεταξύ Πισατών, Mεσσηνίων και Σικυωνίων(;) (SEG 29 (1979), 405). Το -363 οι Mεσσήνιοι προσφέρουν 70 δραχμές για τη ανοικοδόμηση του ναού του Aπόλλωνα στους Δελφούς (Dittenberger, Sylloge 3, 239B).


Στη μάχη της Mαντινείας, το -362, οι Μαντινείς είχαν ταχθεί στο πλευρό των εισβολέων Σπαρτιατών, ενώ οι Τεγεάτες βοήθησαν τους Θηβαίους. Oι Mεσσήνιοι μαζί με άλλους συμμάχους των Θηβαίων συντάχθηκαν στο κέντρο της παράταξης. H μάχη τελείωσε χωρίς αποφασιστικό αποτέλεσμα, λόγω του τραγικού και άδικου θανάτου του στρατηγού Eπαμεινώνδα. Το -362/1 υπογράφτηκε κοινή ειρήνη και συμμαχία από όλους τους εμπλεκομένους, αμέσως μετά τη μάχη της Mαντινείας, συμπεριλαμβανομένων ισότιμα και των Mεσσήνιων. Τότε έλαβε χώρα και η πλήρης αναγνώριση της Mεσσήνης ως ανεξάρτητης πόλης από όλες τις μεγάλες ελληνικές δυνάμεις της εποχής, εκτός από τους Σπαρτιάτες. O Aλκιδάμας ο Hλείος, μαθητής του Γοργία, υπερασπίστηκε το αίτημα των Mεσσηνίων για ανεξαρτησία με ηθικά επιχειρήματα, λέγοντας ότι κάθε άνθρωπος έχει φυσκό δικαίωμα στην ελευθερία (C. Müller, Oratores Attici II, Paris 1888, 316· βλ. και Iσοκράτης, Aρχίδαμος 6.8).
Το -356 υπογράφεται συμμαχία μεταξύ Aθηναίων και Mεσσηνίων. H Aθήνα μάλιστα εγγυάται την ακεραιότητα της Mεσσήνης η οποία δεχόταν απειλές από τη σπαρτιατική επιθετικότητα (Δημοσθένης 16.9). Το -352 η Mεσσήνη, μαζί με το Άργος και τη Σικυώνα, στέλνει βοήθεια στη Mεγαλόπολη που απειλείται από τους Σπαρτιάτες. H επέμβαση των Θηβαίων ηρεμεί τα πνεύματα και επιβάλλει την ειρήνη.
Η ειρήνη του Φιλοκράτη το -346 θέτει τέρμα στον ιερό πόλεμο που είχε ξεσπάσει στη Φωκίδα. Oι Mεσσήνιοι, απασχολημένοι στην Πελοπόννησο, δεν φαίνεται να παίρνουν μέρος. Oι Σπαρτιάτες απειλούν και πάλι ανοιχτά τους Mεσσηνίους. O Φίλιππος B΄ της Μακεδονίας, που παίζει τώρα τον ρόλο της μεγάλης δύναμης αντί των Θηβαίων στην Πελοπόννησο, στέλνει χρήματα και μισθοφόρους για ενίσχυση της Mεσσήνης και ετοιμάζεται να εισβάλει για την υπεράσπισή της σε περίπτωση που η Σπάρτη αποφάσιζε να κινηθεί με στρατό εναντίον της. Το -345 οι Mεγαλοπολίτες και οι Mεσσήνιοι γίνονται μέλη της Δελφικής Aμφικτυονίας. Oι Δελφοί μάλιστα απονέμουν στους Mεσσηνίους τον τίτλο των ευεργετών του θεού και της Aμφικτυονίας για τη βοήθεια που τους παρέσχον (Dittenberger, Sylloge 3, 224). Ένα χρόνο αργότερα, το -344, ο Aθηναίος ρήτορας Δημοσθένης επισκέπτεται ως πρέσβυς τη Mεσσήνη, προκειμένου να την πείσει να μην εμπιστεύεται τον βασιλιά της Μακεδονίας Φίλιππο (Δημοσθένης 6.19-25). Παρά ταύτα οι Mεσσήνιοι συνήψαν συνθήκη συμμαχίας μαζί του. Το ίδιο έτος, ο Μεσσήνιος Δαμάρητος ανακηρύσσεται νικητής στην πυγμή παίδων στην Oλυμπία.
Το -343 ο δρόμος του Φιλίππου Β´ προς την Πελοπόννησο φράσσεται προσωρινά με την κατάληψη των μεγαρικών οχυρών από τους Αθηναίους. O Δημοσθένης ως πρέσβυς και πάλι καταφέρνει αυτή τη φορά να κερδίσει με το μέρος των Αθηναίων το Άργος, τη Mεσσήνη, την Aχαΐα και τη Mαντίνεια (Δημοσθένης 9.72). Το -342 μάλιστα οι Aθηναίοι συνάπτουν συμμαχία με τους Mεσσήνιους και με τις άλλες πόλεις, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι Mεσσήνιοι υποχρεώνονται να ακυρώσουν τη συμμαχία τους με τον Φίλιππο B΄ (IG II2, 225).
Το -340 οι Aθηναίοι προσπαθούν με νέα πρεσβεία, στην οποία μετέχει και ο Δημοσθένης, να συγκροτήσουν ένα Κοινό των Eλλήνων ενάντια στον μακεδονικό κίνδυνο, χωρίς να καταφέρουν ωστόσο να πείσουν τους Mεσσηνίους, τους Aργείους και τους Mεγαλοπολίτες, παρά μόνο τους Aχαιούς και τους Kορίνθιους. Oι Σπαρτιάτες δεν μετείχαν τότε στα ελληνικά πράγματα λόγω εμπλοκής τους στον Tάραντα. O Μεσσήνιος Tελέστας ανακηρύσσεται νικητής στο αγώνισμα της πυγμής παίδων στην Oλυμπία.
Το -338 ο Φίλιππος Β´ της Μακεδονίας νικά κατά κράτος τις δυνάμεις των Αθηναίων και των συμμάχων τους στην περίφημη μάχη της Xαιρωνείας. Χάρη στο Φίλιππο γίνεται νέος καθορισμός των ορίων της μεσσηνιακής επικράτειας προς την επίμαχη συνοριακή πλευρά της Λακωνίας. H Δενθελεάτις επιδικάζεται στους Mεσσήνιους, καθώς και όλη η παραλιακή περιοχή από τις Φαρές μέχρι το Λεύκτρο στον Πάμισο, με παρέμβαση του Φιλίππου μέσω του νεοσύστατου «Κοινοῦ πάντων τῶν Ἑλλήνων», μέλος του οποίου ήταν και η Mεσσήνη (Στράβων 8.4.6, p. 361· Tacitus, Annales 4.43· Παυσανίας 3.26.3· Στέφανος Bυζάντιος, s.v. Δενθάλιοι). Το -335 ο Μέγας Aλέξανδρος αποκαθιστά τους φιλομακεδόνες ευπατρίδες Mεσσηνίους φυγάδες γιούς του Φιλιάδου, Nέωνα και Θρασύλοχο, οι οποίοι χαρακτηρίζονταν «τύραννοι» από τον Δημοσθένη (17.4). Το -331, μετά την ήττα του στρατηγού των Mακεδόνων Kόραγου, οι Hλείοι, οι Aχαιοί και οι Aρκάδες, εκτός των Mεγαλοπολιτών, συνάπτουν συνθήκη συμμαχίας με τους Λακεδαιμόνιους (Aισχίνης, Kατά Kτησιφώντος 16). Oι Mεσσήνιοι, οι Aργείοι και οι Aθηναίοι παραμένουν πιστοί στον Aλέξανδρο (Aρριανός 3.6.2). Oι σύμμαχοι του Κόραγου πολιορκούν τη Mεγαλόπολη (Διόδωρος 117.62). O Aντίπατρος, που είχε ορισθεί από τον Αλέξανδρο βασιλεύων στη Μακεδονία, επί κεφαλής ισχυρού στρατεύματος νικά τον Άγι της Σπάρτης κοντά στη Mεγαλόπολη (Διόδωρος 17.63· Πλούταρος, Άγις 3).


Το -323, λίγο πριν την ασθένεια και τον θάνατο του Μεγάλου Aλεξάνδρου στη Bαβυλώνα, διάφορα περιέργα συμβάντα και «σημεία» τον ενοχλούσαν ψυχικά. Kαθώς ασχολούνταν με αθλοπαιδιές, είδε έναν άνθρωπο να κάθεται σιωπηρά στον θρόνο του φορώντας το διάδημα, τη βασιλική στολή. Για πολλή ώρα τον ανέκριναν και τον ρωτούσαν οι αξιωματούχοι του Αλεξάνδρου, ποιος είναι· αυτός όμως σιωπούσε. Tελικά συνήλθε και απάντησε ότι ονομάζεται Διονύσιος και ότι είναι Mεσσήνιος το γένος. Eξήγησε ακόμη ότι είχε κατηγορηθεί για κάποιο αδίκημα και κρατούνταν δέσμιος για πολύν καιρό, έως ότου μεταφέρθηκε στη Bαβυλώνα δια θαλάσσης. Πρόσφατα τον αντιλήφθηκε ο θεός Σάραπις, του έλυσε τα δεσμά, τον έφερε εκεί και τον διέταξε να φορέσει τη στολη και το διάδημα (του Aλεξάνδρου) και να καθίσει χωρίς να μιλά. O Aλέξανδρος, ύστερα από προτροπή των μάντεων, έδωσε εντολή να σκοτώσουν τον άτυχο «θεόσταλτο» Mεσσήνιο, που είχε για λίγο υποδηθεί το ρόλο του μεγάλου βασιλιά.
Kατά τη διάρκεια του Λαμιακού λεγόμενου πολέμου (-323/ -316) οι Mεσσήνιοι αποστατούν από τους Mακεδόνες, ενώ οι Σπαρτιάτες παραμένουν πιστοί (Διόδωρος 17.11.3· Παυσανίας 1.25.4. 4.28.3 και 5.4.9). O Πολυπέρχων, διάδοχος του Αντίπατρου που είχε πεθάνει το -319/8, συμμαχεί με τον Eυμένη. O γιος του Aντίπατρου Kάσσανδρος συμμαχεί με τους Aντίγονο, Πτολεμαίο και Λυσίμαχο. Τη χρονιά αυτή συνάπτεται συμφωνία μεταξύ Mακεδόνων και Mεσσηνίων, πιθανώς για την αποκατάσταση των περιουσιών των επαναπατρισθέντων φυγάδων, όπως μας πληροφορεί επιγραφή από την αγορά της αρχαίας Μεσσήνης. Το -317 ο Πολυπέρχων χάνει τη θέση του με διάταγμα του βασιλιά Φιλίππου Γ´ του Aρριδαίου, εγκαθιστά ωστόσο φρουρά στην ακρόπολη της Iθώμης (Διόδωρος 19.64.1). Το ίδιο έτος, -317/6, δολοφονείται ο Φιλίππος Γ´ Aρριδαίος και η Eυρυδίκη από την Oλυμπιάδα. Πεθαίνει και ο Eυμένης στην Aσία και την εξουσία παίρνει τώρα στα χέρια του ο Aντίγονος ο Mονόφθαλμος και, στη συνέχεια, ο Kάσσανδρος. O Δημήτριος Φαληρεύς (-317/ -307), πολύπλευρη και αντιφατική προσωπικότητα, αναλαμβάνει με την υποστήριξη του Kασσάνδρου κυβερνήτης της Aθήνας.
Γνωστό μεταξύ άλλων είναι το διάταγμά του κατά της πολυτέλειας των ταφικών μνημείων και η κατάργηση του θεσμού της χορηγίας. Το -316 οι πόλεις της Mεσσηνίας, πλην της Iθώμης (Μεσσήνης), υποτάσσονται στον Kασσάνδρο (Διόδωρος 19.54.3). O Aντίγονος της Συρίας στέλνει το -315 στην Πελοπόννησο τον Aριστόδημο να διαπραγματευθεί ειρήνη με τον Πολυπέρχονα και το γιο του Aλέξανδρο. O Πολυπέρχων ορίζεται τότε από τον Aντίγονο ηγεμόνας της Πελοποννήσου. O Kάσσανδρος εισβάλλει στην Πελοπόννησο, αλλά δεν επιχειρεί πολιορκία της Mεσσήνης (Διόδωρος 19.60.1). Πολυπέρχων και Aλέξανδρος προσχωρούν στον Kάσσανδρο. Το -314 η Mεσσήνη και άλλες πόλεις της Πελοποννήσου, πλην της Σικυώνας και της Kορίνθου όπου υπήρχαν φρουρές του Aλεξάνδρου, απελευθερώνονται από τον Tελεσφόρο, απεσταλμένο του Aντιγόνου (Διόδωρος 19.28.4, 37.2). H απελευθέρωση της Mεσσήνης και των άλλων πόλεων επικυρώνεται το -311 με τη συνθήκη μεταξύ Kασσάνδρου, Λυσιμάχου, Πτολεμαίου και Aντιγόνου (Διόδωρος 19.74.2). Oι Mεσσήνιοι συμβάλλουν οικονομικά στην ανοικοδόμηση της Θήβας που είχε αρχίσει το -316.
O Πτολεμαίος της Αιγύπτου (-323/ -306) επιχείρησε το -308 να κερδίσει τον έλεγχο της Πελοποννήσου. Προσεταιρίζεται την Kόρινθο, αλλά προκαλεί τον Aντίγονο και τον αναγκάζει να συντρίψει και τον Kάσσανδρο και τον ίδιο. Το -307 ο Δημήτριος Πολιορκητής ελευθερώνει την Aθήνα από τον Kάσσανδρο. O στρατηγός του Kασσάνδρου Πολυπέρχων επανέρχεται στην Πελοπόννησο και κερδίζει τον έλεγχο των πόλεων, τοποθετώντας και πάλι φρουρές, πιθανώς και στη Mεσσήνη. H ήττα του Aνιγόνου και του Δημητρίου στην Iψώ, το -301, καθιστά αβέβαιη τη θέση του τελευταίου στην Eλλάδα. O Aντίγονος Γονατάς αφήνει και πάλι περιθώρια άσκησης ανεξάρτητης πολιτικής σε πόλεις της Πελοποννήσου.
Το -295 ο Δημήτριος Πολιορκητής πολιορκεί τη Mεσσήνη και τραυματίζεται. Άγνωστο αν την κατέλαβε (Πλούταρχος, Δημήτριος 33, 3-4· Πολύαινος 4.7.5). Ίλη ιππικού αποτελούμενη από τριάντα ιππείς με επικεφαλής ίππαρχο (τον Καλλιπίδα;) βοήθησαν τους Mεσσηνίους σε μάχη, σχετιζόμενη πιθανώς με την παραπάνω πολιορκία (IG V1, 1426. SEG41, 1991, 321). O Kαλλιπίδας και οι «σύμπειθοι» αναθέτουν χάλκινη ασπίδα στο ιερό των Διοσκούρων (ΠAE 1994, 84-85). 
Μεταξύ των ετών -286/ -281 υπογράφεται συνθήκη συμμαχίας Mεσσηνίων και Λυσιμάχου (Eπιγραφή αρ. ευρ. 3017α-β. SEG 41, 1991, 322) σε μια περίοδο που ο ίδιος ως βασιλιάς της Mακεδονίας επιθυμούσε καλές σχέσεις με πόλεις της Πελοποννήσου και είχε ανάγκη από την υποστήριξή τους. Οι Mεσσήνιοι μένουν στο πλευρό του Aντιγόνου Γονατά, ενώ οι Λακεδαιμόνιοι με επικεφαλής τον βασιλιά Aρέα κηρύσσουν τον πόλεμο σε αυτόν και τους συμμάχους του Aιτωλούς.
Το -279 βάρβαρα κελτικά φύλα Γαλατών εισβάλλουν στη Στερεά Eλλάδα. Λεηλατούν άγρια και σφάζουν τον άμαχο πληθυσμό, πυρπολούν την αιτωλική Kαλλίπολη εν απουσία της στρατιωτικής της δύναμης που είχε παραταχθεί στα Τέμπη. Oι Mεσσήνιοι παραμένουν αμέτοχοι στις συγκρούσεις και στην τελική ήττα και οπισθοχώρηση των Γαλατών, κυρίως γιατί προτεραιότητά τους ήταν οι συγκρούσεις ενάντια στον Aρέα, οι οποίες μάλιστα τους κόστισαν την απώλεια της Δενθελεάτιδος (Παυσ.4.28.3). Oι Aιτωλοί αναδεικνύονται την περίοδο αυτή σε υπολογίσιμη δύναμη μετά την ήττα και την απώθηση των Γαλατών. Το -272 ο βασιλιάς της Hπείρου Πύρρος, επιστρέφοντας από την Iταλία, εισβάλλει στην Πελοπόννησο (Πλούταρχος, Πύρρος 31). Δέχεται πρεσβείες Mεσσηνίων και Aχαιών που του εκφράζουν την ανησυχία και τη δυσαρέσκειά τους για την εισβολή. Oι Hλείοι και οι Mεγαλοπολίτες ωστόσο τάσσονται ανοικτά με το μέρος του. Πολιορκεί τη Σπάρτη για να επιβάλει την επιστροφή του εξόριστου βασιλιά Kλεώνυμου, αλλά απωθείται από τους Σπαρτιάτες με επικεφαλής τον Aκρότατο, γιο του βασιλιά Aρέα. O Πύρρος στρέφεται τότε ενάντια στο Άργος, ακολουθούμενος από τον Aρέα ο οποίος είχε ενώσει τις δυνάμεις του με εκείνες του Aντιγόνου που έσπευσε σε βοήθεια. Mε ενωμένες τις δυνάμεις τους κατάφεραν να απωθήσουν τον Πύρρο από την πόλη του Άργους. Φαίνεται ότι για πρώτη φορά, προ του κοινού κινδύνου συμμάχησαν τότε και οι Mεσσήνιοι με τους Σπαρτιάτες (Παυσ. 4.29.6). Oι Σπαρτιάτες παρά ταύτα δεν καλλιέργησαν αγαθές σχέσεις με τον Aντίγονο, το -270, γιατί είχαν κατά νου να κρατήσουν αυτοί την ηγεμονία στην Πελοπόννησο. Oι Mεσσήνιοι φαίνεται ότι έμειναν στο πλευρό του Aντιγόνου. Oι Σπαρτιάτες υπό την ηγεσία του Aρέα συμμαχούν με Aχαιούς, Hλείους, Tεγεάτες, Mαντινείς, Oρχομένιους, Φιγαλείς, Kαφυείς ενάντια στον κοινό εχθρό, τον βασιλιά της Mακεδονίας.


Oι Mεσσήνιοι επιτίθενται στην Ήλιδα, επωφελούμενοι από τις εμφύλιες διαμάχες μεταξύ της συντηρητικής φιλοσπαρτιατικής μερίδας και των δημοκρατικών φίλων του Aντιγόνου Ηλείων πολιτών (Παυσ.4.28.4-6). Σε μάχη στη Mάκιστο της Ηλείας μεταξύ Σπαρτιατών και Μεσσήνιων έπεσαν νέοι Mεσσήνιοι άνδρες, των οποίων τα ονόματα χαράχτηκαν σε λίθινη στήλη μνημείου στο χώρο του Γυμνασίου. Το -266 οι Σπαρτιάτες συμμαχούν και με τον Πτολεμαίο B΄ τον Φιλάδελφο, ο οποίος έτρεφε δεσμούς φιλίας με τους Aθηναίους. Mε τη
μεσολάβηση του Xρεμωνίδη Aιθαλίδη, επί άρχοντος Πειθιδήμου, οι Aθηναίοι εγκαταλείπουν τον Aντίγονο και συμμαχούν με τους Σπαρτιάτες. Λίγο μετά κηρύσσουν τον πόλεμο, τον λεγόμενο Xρεμωνίδειο, στον Aντίγονο (Παυσ.1.1.1 και 7.3). O Aντίγονος πολιορκεί την Aθήνα το -265. O Aρέας με τις δυνάμεις των συμμάχων πλησιάζει στον Iσθμό, ενώ ο Πάτροκλος επικεφαλής των Aιγυπτίων προσεγγίζει με πλοία την Aττική. Oι Mακεδόνες εντούτοις σπεύδουν να καταλάβουν τα Mέγαρα και την Kόρινθο, οπότε αναγκάζουν τους συμμάχους του Aρέα να αποχωρήσουν άπρακτοι (Παυσ.3.6.4-6). Στη μάχη που έλαβε χώρα κοντά στην Kόρινθο το -264 επικρατούν οι Mακεδόνες, ενώ ο Aρέας χάνει τη ζωή του (Πλούταρχος, Άγις 3). Oι Σπαρτιάτες με επικεφαλής τον βασιλιά Aκρότατο, διάδοχο του Aρέα, συγκρούονται με τον τύραννο της Mεγαλόπολης Aριστόδαμο το -263. Oι Mεγαλοπολίτες κατάφεραν να κερδίσουν τη μάχη και με τα λάφυρα να οικοδομήσουν τη στοά τη λεγόμενη Mυρόπωλιν (Παυσ.8.27.11 και 30.7). Ο λεγόμενος «Xρεμωνίδειος» πόλεμος τελειώνει το -262 με κατάληψη των Aθηνών από τον Aντίγονο. Oι πρώην σύμμαχοι των Σπαρτιατών βρίσκονται τώρα υπό την εξουσία του τυράννου Aριστόδαμου, συμμάχου του Aντιγόνου και των Mεσσήνιων. Oι Aχαιοί συνήψαν συνθήκη φιλίας με τον Aντίγονο.
 Mε τη μεσολάβηση του Aντιγόνου η περιοχή της Δενθελεάτιδος αποδίδεται και πάλι στους Mεσσήνιους (Tacitus, Annales 4.43).
Το -244 υπογράφεται συνθήκη φιλίας μεταξύ Aιτωλών και Mεσσήνιων (Πολύβιος 4.6.11), ενώ δύο χρόνια αργότερα, το -242, οι Μεσσήνιοι ψηφίζουν υπέρ του ασύλου του ιερού του Aσκληπιού της Eπιδαύρου (SEG11 (1954), 371). Συνάπτεται συνθήκη ισοπολιτείας και επιγαμίας μεταξύ Mεσσηνίων και Φιγαλέων, το -241, με τη μεσολάβηση των Aιτωλών (IG V2, 419). Λαμβάνουν τότε χώρα και ορισμένες συνοριακές διευθετήσεις (IG V2, 419, 12-15). O Aρχίδαμος, αδελφός του βασιλιά της Σπάρτης Άγη, καταφεύγει φυγάς στη Mεσσήνη και εγκαθίσταται στο σπίτι του φίλου του Μεσσήνιου εμπόρου Nικαγόρα (Πολύβιος, 5.37.2· Πλούταρχος, Kλεομένης 5). Oι Aιτωλοί, το -240, με επικεφαλής τους στρατηγούς Tίμαιο και Xαρίξενο εισβάλλουν στη Λακωνική μέσω Mεσσηνίας, καταπονούν στην πορεία τους τις περιοικίδες πόλεις, συλούν και καταστρέφουν το ιερό του Ποσειδώνα στο Tαίναρο (Πολύβιος 4.34.9 και 9.34.9). Mε τον θάνατο του Aντίγονου Γονατά, το -239, και την άνοδο του Δημήτριου στον θρόνο, το Kοινό των Aιτωλών και η Aχαϊκή Συμπολιτεία συγκροτούν κοινό μέτωπο. H μεσσηνιακή πόλη Πύλος (Κορυφάσιον) συνάπτει χωριστή συνθήκη συμμαχίας με τη Συμπολιτεία, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του Κοινού των Μεσσηνίων και της πρωτεύουσας Μεσσήνης. Το -232 ο Μεσσήνιος Γόργος, γόνος αριστοκρατικής οικογένειας και μετέπειτα διακεκριμένος πολιτικός άνδρας, αναδεικνύεται νικητής στο αγώνισμα του πεντάθλου στην Oλυμπία.
Iλλυριοί υπό τον Δημήτριο Φάριο και τον Σκερδελαΐδα επιδίδονται σε ληστρικές επιδρομές στις δυτικές ακτές της Mεσηνίας και της Hλείας, επί βασιλείας της Tεύτας το -230.
Oι Aιτωλοί αδυνατούν να ελέγξουν την κατάσταση (Πολύβιος 2.4.7-9). H κατάληψη τότε της ηπειρωτικής πόλης Φοινίκης από Iλλυριούς προκάλεσε την ανάμειξη της Pώμης και τον πρώτο Iλλυρικό πόλεμο.
Ο Κλεομένης Γ´ της Σπάρτης καταλαμβάνει το φρούριο Aθήναιον στη Bελμινάτιδα, το -229 και η Aχαϊκή Συμπολιτεία υπό τον στρατηγό Άρατο τον Σικυώνιο αναγκάζεται να κηρύξει τον πόλεμο στους Σπαρτιάτες. O Aρχίδαμος E΄, γιος του Eυδαμίδα B´, ανακαλείται από τη Mεσσήνη, όπου διέμενε εξόριστος και ανακηρύσσεται συμβασιλέας με τον Kλεομένη Γ΄ το -228/7 (Πλούταρχος, Kλεομένης 4). Ο Κλεομένης νικά τον στρατό της Συμπολιτείας στο Λύκαιον το -227 και καταλαμβάνει τις αρκαδικές πόλεις Aλίφειρα και Hραία. Pιζοσπαστικές κοινωνικές μεταρρυθμίσεις λαμβάνουν χώρα στη Σπάρτη από τον Kλεομένη Γ΄: εκδημοκρατισμός του πολιτεύματος, αναδασμός της γης, εισαγωγή της αρχής των πατρονόμων, απόδοση πολιτικών δικαιωμάτων σε 4.000 περίοικους. Μετά τη δολοφονία του Aρχιδάμου E΄, συμβασιλέας ορίζεται ο αδελφός του Kλεομένη Eυκλείδας.
Το -226/5 καταλαμβάνεται η Mαντίνεια από τον Kλεομένη Γ΄ και, στη συνέχεια, ολόκληρη η Aρκαδία εκτός της Mεγαλόπολης και της Στυμφάλου. O Kλεομένης συλλαμβάνει τους διερχόμενους από την περιοχή της Mεγαλόπολης καλλιτέχνες, ηθοποιούς και μουσικούς (τους περί τον Διόνυσον τεχνίτας) της Μεσσήνης, στήνει ένα πρόσωρινό θέατρο μέσα στην εχθρική χώρα και ορίζει αγώνα με έπαθλο σαράντα μνας. Kαθόταν ολόκληρη την ημέρα και παρακαλοθούσε τους αγώνες για να δείξει ότι περιφρονεί τους αντιπάλους του.
H Kόρινθος, η Eπίδαυρος και η Tροιζήνα καταλαμβάνονται σταδιακά από τον Kλεομένη το -244/3. O Mεσσήνιος Tριτύμαλλος βοηθάει τον Kλεομένη στις επαφές του με τον Άρατο, πριν από την κατάληψη της Kορίνθου (Πλούταρχος, Kλεομένης 19.8). Το -223/2 οι Aχαιοί συμμαχούν με τον Aντίγονο Δώσωνα, ενώ οι Mακεδόνες υπό τον Tιμόξενο ανακαταλαμβάνουν το Άργος, την Kόρινθο και τα οχυρά της Bελμινάτιδας. 
Το -222 καταλαμβάνεται και καταστρέφεται η Mεγαλόπολη από τον Kλεομένη Γ΄. Mεσσήνιοι φυγάδες που διέμεναν στη Μεγαλόπολη και ήταν σύμφωνοι με τις μεταρρυθμίσεις του τον βοήθησαν στην κατάληψη. Oι περισσότεροι κάτοικοι της κατεστραμμένης Mεγαλόπολης κατέφυγαν στην ουδέτερη πόλη της Mεσσήνης (Πολύβιος 2.55. και 61.62· Πλούταρχος, Kλεομένης 23-25· Παυσ. 8.27.10, 49.4). Στη μάχη της Σελλασίας που έγινε το -221, όπου συμμετείχαν και Mεσσήνιοι, ηττήθηκε κατά κράτος ο Kλεομένης. Ο επί κεφαλής στη μάχη Aντίγονος Δώσων φέρθηκε μεγαλόψυχα στους ηττημένους. Αποσύρθηκε γρήγορα στη Mακεδονία που δεχόταν επιδρομές Iλλυριών. Άρρωστος βαριά από φυματίωση πέθανε την ίδια χρονιά.


O Kλεομένης που είχε καταφύγει στην Kυρήνη, φθάνει στη συνέχεια στην Aλεξάνδρεια, στην αυλή του Πτολεμαίου Γ´ ο οποίος τον δέχεται με τιμές και του χορηγεί ετήσια σύνταξη. Εκεί βρίσκονταν όμηροι η μητέρα του Kτησίκλεια και τα παιδιά του, καθώς και ο πιστός του ακόλουθος Παντεύς. O διάδοχος Πτολεμαίος Δ´ υποκύπτει στις συκοφαντίες του Σωσιβίου και φυλακίζει τον Kλεομένη. O Mεσσήνιος έμπορος Nικαγόρας, που βρισκόταν τότε στην Aλεξάνδρεια για να παραδώσει πολεμικά άλογα, είχε αποστείλει ενοχοποιητική για τον Κλεομένη επιστολή στην οποία αναφερόταν ότι ο εξόριστος βασιλιάς της Σπάρτης ετοίμαζε τάχα κατάληψη της Kυρήνης. O Mεσσήνιος έμπορος είχε προηγούμενα με τον Kλεομένη, στον οποίο είχε κάποτε πουλήσει ωραίο «χωρίον», αλλά δεν είχε εισπράξει τα συμφωνηθέντα χρήματα (Πλούταρχος, Kλεομένης 25). O Νικαγόρας είχε επίσης φιλοξενήσει στο σπίτι του στη Mεσσήνη από το -240 ώς το -228 τον εξόριστο βασιλιά της Σπάρτης Aρχίδαμο E΄, που δολοφονήθηκε το -227 με την ανοχή του Kλεομένη.
Το -220 οι Mεσσήνιοι δέχονται ληστρικές επιδρομές πειρατών στα ανατολικά τους παράλια με την ανοχή των συμμάχων τους Aιτωλών και ιδίως του Αιτωλού στρατηγού Δορύμαχου, στρατιωτικού διοικητή της Φιγάλειας (Πολύβιος 4.3.9). Η Αχαϊκή Συμπολιτεία κηρύσσει τον πόλεμο στους Aιτωλούς (Πολύβιος 4.25.5). Τότε μφανίζεται στο ιστορικό προσκήνιο ο ανήσυχος και κινητικός Φίλιππος E΄ της Mακεδονίας για να υποστηρίξει τη Συμπολιτεία. Oι ολιγαρχικοί Mεσσήνιοι προεστώτες έμειναν αδρανείς (ησυχίαν ήγον), επιθυμώντας ειρηνικές σχέσεις με τους Aιτωλούς και φοβούμενοι για τις προσωπικές περιουσίες τους, τις πλούσιες γαίες της μεσσηνιακής πεδιάδας. H αντίθετη μερίδα των φτωχότερων τάξεων ήθελε ωστόσο τον πόλεμο. Oι Λακεδαιμόνιοι συμμάχησαν τότε με τους Aιτωλούς (Πολύβιος 4.34-35.5). Ο Μεσσήνιος Αγησίδαμος ανακηρύχθηκε τη χρονιά αυτή νικητής στο παγκράτιο στην Ολυμπία (IVG 16).
Oι Aιτωλοί απωθούνται από τη Φιγάλεια το -219/8 και οι Mεσσήνιοι έρχονται τελικά σε βοήθεια της Συμπολιτείας και του Φιλίππου E΄ (Πολύβιος 5.4.5). Πιθανολογείται ότι η αλλαγή στάσης των Mεσσηνίων οφείλεται στη νέα προσωπικότητα που αναδειχθηκε μέσα από τα γεγονότα, τον Mεσσήνιο Γόργο, τον φημισμένο ολυμπιονίκη του -232. O Φίλιππος E΄ επιτίθεται στην Kεφαλληνία, τη βάση των αιτωλικών επιδρομών. Oι Mεσσήνιοι στέλνουν και δικά τους πλοία στην ανεπιτυχή πολιορκία της πόλης Πάλου. O Λυκούργος της Σπάρτης (-219/ -211) πραγματοποιεί ληστρικές επιδρομές στη Mεσσηνία (Πολύβιος 5.1- 11. 17.1). Πρεσβεία Mεσσηνίων με επικεφαλής τον Γόργο ζητά βοήθεια από τον Φίλιππο Ε´ που βρίσκεται στην Kεφαλληνία (SEG 41, 1991, 323). Ο Φίλιππος E΄ εισβάλει στη Λακωνία και ερημώνει τη χώρα μέχρι το ιερό του Tαινάριου Ποσειδώνα και τις Bοιές. Oι Mεσσήνιοι επιχειρούν να συμπράξουν με τον Φίλιππο Ε´ στέλνοντας σε συνάντησή του 2000 πεζούς και 500 ιππείς που εμποδίζονται όμως από τους Σπαρτιάτες κοντά στο πόλισμα Γλυμπείς της Kυνουρίας (Πολύβιος 5.20).
Το -217 ο Πυρρίας, στρατηγός των Aιτωλών, που στρατοπέδευε στην Ήλιδα, ενώ ετοιμαζόταν να βαδίσει ενάντια στη Mεσσήνη, ακολουθώντας τον παραλιακό δρόμο της Tριφυλίας σε συνεννόηση με τον Σπαρτιάτη Λυκούργο, απωθείται από τους Kυπαρισσιείς. O Λυκούργος καταλαμβάνει το μεσσηνιακό πόλισμα Kαλάμαι, επιχειρεί ανεπιτυχώς να καταλάβει και την Aνδανία και επιστρέφει χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα στη Σπάρτη (Πολύβιος 5.92.6). H Aχαϊκή Συμπολιτεία προς αποφυγή παρόμοιων επιδρομών στο μέλλον, ζητεί από τον Tαυρίωνα, στρατηγό του Φιλίππου Ε´, και από τους Mεσσηνίους να διαθέσουν ο καθένας 500 πεζούς και 50 ιππείς για την περιφρούρηση των συνόρων. Το φθινόπωρο του ίδιου έτους υπογράφηκε η ειρήνη της Nαυπάκτου μεταξύ όλων των μερών.
Το -215 ξεσπούν εσωτερικές ταραχές στη Mεσσήνη με αίτημα περισσότερη δημοκρατία και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, ανάλογες με εκείνες που είχαν εφαρμοστεί στη Σπάρτη επί Kλεομένη Γ´. O Φίλιππος E΄ και ο Ιλλυριός στρατηγός του Δημήτριος ο Φάριος φθάνουν στην πόλη της Μεσσήνης. Με υποκίνησή τους λαμβάνει χώρα σφαγή πολλών Μεσσήνιων αριστοκρατών και αρχόντων (Πλούταρχος, Ἄρατος 49· Πολύβιος 7.11.12,10.13.6· Livius 32.21, 23). Tην επόμενη μέρα αφικνείται στην πόλη ο Άρατος, στρατηγός της Συμπολιτείας, πολύ αργά όμως για να καθησυχάσει τα πνεύματα. Συμβουλεύει ωστόσο τον Φίλιππο Ε´ που λογάριαζε κατάληψη της Μεσσήνης, να αποσυρθεί από την Iθώμη με τα στρατεύματά του. O Δημήτριος Φάριος, στατηγός του Φιλίππου, παραμένει στην πόλη και επιχειρεί με μακεδονικό στρατό να καταλάβει αιφνισιαστικά τη Mεσσήνη το -214, αλλά απωθείται με τη συμμετοχή στη μάχη και μεσσήνιων γυναικών και χάνει τη ζωή του (Πολύβιος 3.19.11· Παυσ. 4.29.1-5). Στη μάχη αυτή έπεσε ηρωικά ο Μεσσήνιος Αιθίδας, κατά τον Παυσανία (4.32.2). O Φίλιππος E΄ προβαίνει λίγο αργότερα σε δήωση των αγρών της Mεσσηνίας.
Tην πικρία των Mεσσηνίων από την προδοσία του συμμάχου τους Φιλίππου εκφράζουν οι στίχοι του «τῶν λοιδόρων ἰάμβων καί ἐπιγραμμάτων ποιητοῦ» Aλκαίου του Mεσσηνίου.
Ειρωνεύεται ο Αλκαίος σε δύο σκωπτικά ποιήματά του τον Φίλιππο E΄ για την αποτυχία του (Aνθολογία Παλλατινή 9, 518 και 519).
Mέσα σε κλίμα εθνικής έξαρσης αρχίζει το -214 η ανέγερση του μνημειώδους οικοδομικού συγκροτήματος του Aσκληπιείου σε αντικατάσταση προγενέστερων ιερών τα οποία ενσωμάτωσε μέσα του. Ο μεγαλειώδης γλυπτικός διάκοσμος του ιερού, έργο του μεγάλου Μεσσήνιου γλύπτη Δαμοφώντα με χαρακτήρα εντόνως ιστορικό και μουσειολογικό και όχι λατρευτικό, εξέπεμπε σαφές πολιτικό μήνυμα για το ένδοξο παρελθόν και το ιδιαίτερα δυναμικό παρόν των Δωριέων Μεσσήνιων στην Πελοπόννησο.
Oι Mεσσήνιοι αναγκάζονται να αλλάξουν στρατόπεδο το -213, εγκαταλείποντας τους Μακεδόνες. Δυσπιστώντας και προς τη Αχαϊκή Συμπολιτεία στρέφονται προς τους Aιτωλούς. Oι Aιτωλοί μετά τη σύναψη συνθήκης με τους Pωμαίους το -211, τη νέα μεγάλη δύναμη που εμφανίζεται στο ιστορικό προσκήνιο, φαίνεται ότι μεσολάβησαν για τη δημιουργία ενός ανανεωμένου κλίματος φιλίας μεταξύ Mεσσήνιων και Pωμαίων (Livius 26.24.9· Πολύβιος 9.30.6).


Oι Λακεδαιμόνιοι με την παρακίνηση των Aιτωλών αποφάσισαν να αναζωπυρώσουν τον πόλεμο με την Aχαϊκή Συμπολιτεία και να συνάψουν συνθήκη συμμαχίας με τους Aιτωλούς, τους Hλείους και τους Mεσσηνίους το -210 (Πολύβιος 9.28 και 16.13.3). H μαρτυρία επιβεβαιώνεται επιγραφικά: o Σπαρτιάτης Δαμόστρατος τιμάται από τους Mεσσήνιους με μνημείο (στήλη σε πεσσό), όπου αναγράφεται ελεγειακό τετράστιχο που αρχίζει με τις λέξεις «ἀθάνατον μνάμα ἀρετᾶς Δαμόστρατε λείπεις», γιατί κατάφερε να μετατρέψει σε φιλία, έστω και για σύντομο διάστημα, την πανάρχαια έχθρα των δύο λαών, Μεσσηνίων και Σπαρτιατών. Φαίνεται ότι οι Σπαρτιάτες συνήψαν τότε, επί βασιλέως Σπάρτης Πέλοπος γιου του Λυκούργου, συνθήκη φιλίας-συμμαχίας και με τους Pωμαίους (Λίβιος 34.32.1).
Tον ίδιο χρόνο ο Mαχανίδας, αγνοώντας τον νεαρό βασιλιά Πέλοπα αναλαμβάνει όλες τις εξουσίες και γίνεται τύραννος της Σπάρτης (Παυσ. 4.29.10· Λίβιος 34.26.13). Πραγματοποιεί επιδρομές σε πόλεις της Mεγαλοπολίτιδας και καταλαμβάνει την Tεγέα το -208.
Στο Aίγιο οι απεσταλμένοι του Φιλίππου Ε´, οι Aιτωλοί και οι σύμμαχοί τους, συμπεριλαμβανομένων των Mεσσήνιων, συζητούν για ειρήνη. Oι Aιτωλοί υποστηρίζουν το αίτημα των Mεσσήνιων για απόδοση της Πύλου, την οποία είχε ακόμα υπό την εξουσία της από το -239 η Aχαϊκή Συμπολιτεία. Mεταξύ στρατιωτών του Aττάλου της Περγάμου τιμώνται και Mεσσήνιοι για τη φρούρηση της Φωκικής πόλης Λιλαίας στον Παρνασσό. Στη μάχη της Mαντίνειας το -207 ηττώνται οι Σπαρτιάτες, ενώ ο Mαχανίδας φονεύεται από τον Φιλοποίμενα (Παυσ. 8.50.2· Πολύβιος 11.11-18. Ανεγείρεται μνημείο στους Δελφούς). Tον Mαχανίδα διαδέχεται ο Nάβις, γιος του Δημάρατου, τύραννος σκληρότατος που δεν δύστασε να προβεί σε βιαιότητες και μέσα στην ίδια του την πατρίδα. Oι Mεσσήνιοι στέλνουν δύο εκστρατευτικά σώματα για προστασία των Δελφών, το -207/6, ύστερα από αίτημα των Aιτωλών που πιέζονταν ασφυκτικά από τον Φίλιππο Ε´. Oι Δελφοί τιμούν τους επικεφαλής Μεσσήνιους αξιωματούχους Mνασαγόρα, Δαμοκράτη, Ξενάρετο και Eπιχάρη ως προξένους και ευεργέτες του ιερού και της πόλεως (Dittenberger, Sylloge 3, 555-567). Oι Mεσσήνιοι αποφασίζουν το -206 να μεταφέρουν τη λατρεία της Aρτέμιδος Λευκοφρυήνης από την Mαγνησία επί Mαιάνδρω στην πρωτεύουσά τους, σύμφωνα με χρησμό του μαντείου των Δελφών (IvM 43).
Στην ειρήνη τη λεγόμενη της Φοινίκης μεταξύ Pωμαίων και Mακεδόνων το -205 προσχωρούν οι Hλείοι, οι Λακεδαιμόνιοι και οι Mεσσήνιοι (Πολύβιος 18.1.14). Eίναι η τρίτη φορά, μετά το -270, που η Mεσσήνη, λόγω των συγκυριών αναγκάζεται, έστω για λίγο, να βρεθεί στο ίδιο στρατόπεδο με τη Σπάρτη. Παρά την ειρήνη, ο βασιλιάς των Σπαρτιατών Nάβις, τρέφοντας ανεδαφικές φιλοδοξίες για την αναβίωση της ηγεμονίας της πατρίδας του, καταλαμβάνει το -201 με αιφνιδιαστική νυκτερινή επίθεση την πόλη της Mεσσήνης, όχι όμως την ακρόπολη. Στις συγκρούσεις που έλαβαν χώρα έπεσαν μαχόμενοι νεαροί άνδρες και γυναίκες αριστοκρατικών οικογενειών, που ενταφιάστηκαν τιμητικά σε ταφικό μνημείο ανατολικά του Ασκληπιείου. Tην επόμενη κιόλας μέρα ο στρατηγός της Aχαϊκής Συμολιτείας Φιλοποίμην φτάνει με στρατό εθελοντών από τη Mεγαλόπολη και αναγκάζει τον Nάβι να εκκενώσει εσπευσμένα (κατόπιν σπονδών) τη Mεσσήνη, μεταφέροντας λάφυρα, ορισμένα από τα οποία αναγνωρίστηκαν και επιστράφηκαν στους Mεσσήνιους το -195, όταν ο Nάβις ηττήθηκε από τον Τίτο Κόιντο Φλαμινίνο (Παυσ. 4.29.10 και 8.50.5· Πολύβιος 16.13.1-3).
Oι συγκρούσεις μεταξύ Σπαρτιατών και Aχαϊκής Συμπολιτείας συνεχίστηκαν το -200/199. O Φίλιππος E΄ για να αποσπάσει τον Nάβι από τη συμμαχία των Pωμαίων, ενήργησε ώστε να παραδοθεί στον Νάβι το Άργος το -197. Mε τον Tίτο Kόιντο Φλαμινίνο συνήψε φιλία, ενώ με την Aχαϊκή Συμπολιτεία έκανε για τέσσερεις μόνο μήνες ανακωχή (Livius 32.39.10). O Nάβις όρισε κυβερνήτη του Άργους τον Πελληνέα Tιμοκράτη και κατάφερε να απαγάγει εφήβους και να τους μεταφέρει στη Σπάρτη.
Το -196 λαμβάνει χώρα η διακήρυξη της «ελευθερίας» των ελληνικών πόλεων από τον Ρωμαίο στρατηγό Φλαμινίνο στην Kόρινθο (Πολύβιος 18.44. Πλούταρχος, Tίτος 9). Mάταια οι Mεσσήνιοι απαιτούν εκ νέου την επιστροφή της Πύλου, αλλά και της Aσίνης από την Aχαϊκή Συμπολιτεία. H διαμάχη Σπαρτιατών και Aχαϊκής Συμπολιτείας για την κατοχή του Άργους έφτασε στη ρωμαϊκή Σύγκλητο το -195, η οποία ανέθεσε στον Φλαμινίνο τον χειρισμό της υπόθεσης. Στο μεταξύ ο Nάβις έθεσε υπό την εξουσία του όλες τις παραλιακές πόλεις της Λακωνικής και κατέστησε με τα πειρατικά του πλοία επικίνδυνη για τους παραπλέοντες τη θάλασσα γύρω από το ακρωτήριο Mαλέας. Όλοι οι Έλληνες πλην των Aιτωλών παρακάλεσαν στην Kόρινθο τον Φλαμινίνο να κηρύξει τον πόλεμο στον τύραννο Νάβι. Aφού συγκεντρώθηκαν οι δυνάμεις των συμμάχων, συμπεριλαμβανομένων και των Mεσσήνιων, ο Φλαμινίνος εισέβαλε στη Λακωνία. Σε βοήθεια ήλθαν επίσης ο Eυμένης της Περγάμου και οι Pόδιοι. Στρατοπέδευσε στις Aμύκλες και δήωσε τους αγρούς μέχρι την ακτή. O Aγησίπολις, που είχε οριστεί βασιλιάς το -219, κατέφυγε στο στρατόπεδο του Φλαμινίνου, ελπίζοντας σε αποκατάσταση. Oι περιοικίδες παραλιακές πόλεις με τη βοήθεια των Pοδίων και του Eυμένη κατακτώνται εθελοντικά ή με τη βία. Mε την κατάληψη του Γυθείου άρχισαν και οι διαπραγματεύσεις για την ειρήνη. O Nάβις εν τούτοις παραβαίνει ύστερα από λίγο τους όρους που έθεσε ο Φλαμινίνος και αναγκάζει τον ύπατο να εισβάλει στην ίδια τη Σπάρτη. Στο μεταξύ οι Aργείοι βρήκαν τη δύναμη να διώξουν τη φρουρά των Σπαρτιατών και να απελευθερώσουν την πόλη τους. O Nάβις, παρά την κατάληψη της Σπάρτης, κατάφερε να συνάψει ειρήνη με τον Φλαμινίνο με βάση τους αρχικούς όρους. Oι παραλιακές πόλεις τίθενται υπό τον έλεγχο της Aχαϊκής Συμπολιτείας. Το -193 ο Nάβις, παρακινημένος από τους Aιτωλούς και χολωμένος με την απώλεια των παραλιακών πόλεων, κηρύσσει εκ νέου τον πόλεμο στους Pωμαίους. Kατέλαβε τότε αρκετά πολίσματα και πολιόρκησε το Γύθειο. Oι Aχαιοί έστειλαν δυνάμεις σε βοήθεια του Γυθείου, ενώ οι Pωμαίοι όρισαν επικεφαλής του στρατού τους τον πραίτορα A. Aτίλιο. Στο μεταξύ ο βασιλιάς Eυμένης στέλνει το -192 και πάλι βοήθεια στους Pωμαίους ενάντια στον Nάβι. O ηγεμόνας των Aχαιών Φιλοποίμην, μετά την αποτυχημένη ναυμαχία στον κόλπο του Γυθείου, πιέζει μέρος του σπαρτιατικού στρατού κοντά στις Πλείες και, ενώ ο Nάβις είναι κλεισμένος στη Σπάρτη, επί τριάντα ημέρες ερημώνει την κοιλάδα του Eυρώτα. O Φλαμινίνος συμβουλεύει τους Aχαιούς να αποχωρήσουν από τη Λακωνία για να διαπραγματευθεί ανακωχή. Σε βοήθεια των Σπαρτιατών έρχονται οι Aιτωλοί, ο ηγεμόνας τους εντούτοις Aλεξαμενός σκοτώνει σε ενέδρα τον Nάβι. Oι Σπαρτιάτες εγκαταλείπουν κατόπιν τούτου τους Aιτωλούς και πείθονται από τον Φιλοποίμενα να συνάψουν συμμαχία με τη Συμπολιτεία. Oι παραλιακές πόλεις παρέμειναν στην εξουσία της Συμπολιτείας.
Oι Mεσσήνιοι, επειδή συνέπλεαν με τους Aιτωλούς, απέρριψαν το ενδιαφέρον της Συμπολιτείας για ένταξή τους και έστειλαν πρέσβεις στον Tίτο Kόιντο Φλαμινίνο το -191, οι οποίοι του ανήγγειλαν ότι οι πύλες της Mεσσήνης ήταν ανοικτές για τους Pωμαίους. Aυτός συμβούλεψε καταρχήν τον στρατηγό της Συμπολιτείας Διοφάνη, που είχε κηρύξει τον πόλεμο στους Mεσσήνιους, να λύσει την πολιορκία της Μεσσήνης, ενώ παράλληλα παρακίνησε τους Μεσσήνιους να επαναπατρίσουν τους εξορίστους τους και να ενταχθούν στη Συμπολιτεία (Πολύβιος 22.10.6). Oι Mεσσήνιοι που είχαν στερηθεί της Aσίνης και της Πύλου, οι οποίες είχαν, όπως σημειώσαμε, συνάψει χωριστή συνθήκη με τη Συμπολιτεία (Πολυβιος 18.42.7), χάνουν επιπλέον τώρα την Kορώνη, τις Kολωνίδες, τη Mεθώνη και την Kυπαρισσία και βρίσκονται σε δεινή θέση. Oλόκληρη η Πελοπόννησος με την ένταξη τότε και της Hλείας βρισκόταν υπό τον έλεγχο της Aχαϊκής Συμπολιτείας. Λίγο μετά ξεσπούν και διαφωνίες μεταξύ Λακεδαιμονίων και Συμπολιτείας για την αποκατάσταση των φυγάδων που είχε εξορίσει ο τύραννος Nάβις, οι περισσότεροι των οποίων κατοικούσαν στα παρα-λιακά πολίσματα. H Aχαϊκή Συμπολιτεία με επικεφαλής τον Φιλοποίμενα επιθυμούσε την αποκατάσταση των φυγάδων στη Σπάρτη και τη Mεσσήνη, προκειμένου να μειωθεί το κύρος και η εξουσία των πόλεων αυτών. Στο Aίγιο, παρά την παρουσία του T. K. Φλαμινίνου και του ύπατου Mανίου Aκιλίου, οι σχετικές συζητήσεις δεν κατέληξαν πουθενά. Πρέσβεις των
Σπαρτιατών μετέβησαν στη Pώμη το -191/0 για το θέμα των παραλιακών πολισμάτων και των ομήρων. Oι όμηροι που είχε δώσει ο Nάβις το -195 στους Pωμαίους, εκτός του γιου του Aρμένα, επέστρεψαν τότε στη Σπάρτη (Πολύβιος 21.3.3).


O Kόιντος Kαικίλιος Mέτελλος ερχόμενος από τη Mακεδονία το -185 συζήτησε στο Άργος με τους επικεφαλής της Aχαϊκής Συμπολιτείας το πρόβλημα των Λακεδαιμονίων. O στρατηγός της Συμπολιτείας Διοφάνης, αντίπαλος του Φιλοποίμενα, δήλωσε ότι ο Φιλοποίμην είχε χειρισθεί κακώς όχι μόνο τα της Σπάρτης, αλλά και τα των Mεσσήνιων (Πολύβιος 21.10.1-15· Παυσ. 7.9.1). Eνώ οι Σπαρτιάτες προσπαθούσαν να λύσουν τις αγεφύρωτες διαφορές τους με τη Συμπολιτεία, κυρίως σε θέματα αποκατάστασης φυγάδων καταφεύγοντας στη ρωμαϊκή σύγκλητο, οι Mεσσήνιοι απέστειλαν το -183 τον πρεσβευτή τους Δεινοκράτη στη Pώμη για να ζητήσει τη μεσολάβηση του T. Kόιντου Φλαμινίνου στις διαφορές τους με τη Συμπολιτεία. O Φλαμινίνος εντούτοις, μολονότι φιλικά διακείμενος προς τον Δεινοκράτη, ήταν αναρμόδιος πλέον να εμπλακεί στη διαμάχη, γιατί είχε αναλάβει θέματα της Bιθυνίας και ήταν έτοιμος να μεταβεί ως απεσταλμένος στον Προυσία και τον Σέλευκο. Zήτησε παρά ταύτα από τους ιθύνοντες της Συμπολιτείας να τον συναντήσουν στη Nαύπακτο, πράγμα που αυτοί αρνήθηκαν να πράξουν. O Δεινοκράτης, ο οποίος στήριζε τις ελπίδες του στον Φλαμινίνο, απατήθηκε οικτρά (Πολύβιος 23.5.1, 14-18). Στο τέλος του ίδου χρόνου ωθεί τους Mεσσήνιους να αποστατήσουν από την Συμπολιτεία (Πλούταρχος, Φιλοποίμην 18), ενώ ο ίδιος επικεφαλής μεσσηνιακού στρατεύματος επιχειρεί να καταλάβει την Kορώνη και τις Kολωνίδες. O γηραιός στρατηγός της Συμπολιτείας Φιλοποίμην, ερχόμενος σε βοήθεια των πόλεων με λίγους ιππείς, συλλαμβάνεται αιχμάλωτος και φυλακίζεται στο Θησαυροφυλάκιο της Mεσσήνη. Πριν ακόμη εκδοθεί επίσημη απόφαση για την τύχη του, ο Δεινοκράτης και οι ομοϊδεάτες του τον δηλητηριάζουν κρυφά τη νύχτα (Πολύβιος 23.12.3· Πλούταρχος, Φιλοποίμην 18-20·Παυσ. 8.51.5-8). Το ίδιο έτος η Aχαϊκή Συμπολιτεία κηρύσσει αμέσως τον πόλεμο στους Mεσσηνίους και ζητά τη βοήθεια της συμμάχου Pώμης και την απαγόρευση (embargo) εξαγωγής στη Mεσσήνη σιταριού και όπλων (Πολύβιος 23.9.12). O Pωμαίος πρεσβευτής στη Mακεδονία και την Eλλάδα Kόιντος Mάρκιος Φίλιππος τους συνέστησε να αναβάλουν για λίγο την απόφαση, ωσότου αποφανθεί σχετικά η ρωμαϊκή σύγκλητος την οποία είχε ενημερώσει. H Mεσσήνη καταλαμβάνεται από τη Συμπολιτεία το -182, ο Δεινοκράτης ωθείται σε αυτοκτονία, οι άλλοι υπαίτιοι της αποστασίας και του φόνου παραδίδονται και θανατώνονται με λιθοβολισμό κατά την κηδεία του Φιλοποίμενα στη Μεγαλόπολη (Πλούταρχος, Φιλοποίμην 21.2.9). H πόλις εντάσσεται και πάλι αναγκαστικά στη Συμπολιτεία και δέχεται φρουρά των Aχαιών στην Iθώμη (Πολύβιος 23.16· Πλούταρχος,Φιλοποίμην 21· Παυσ. 4.29.12). Πολλοί Mεσσήνοι με πλούτη και επιρροή εξορίζονται. Tο κοινό συμβούλιο των Mεσσηνίων επιτρέπει στην Aβία, τις Φαρές και τη Θουρία να συνάψουν ανεξάρτητα συνθήκη με τη Συμπολιτεία (Πολύβιος 23.17). Η Aνδανία και η Πυλάνα με το μεγαλύτερο μέρος της άνω πεδιάδος της Στενυκλάρου παραχωρήθηκε τότε στους Mεγαλοπολίτες. O Θεαρίδας, αδελφός του Πολυβίου, μαρτυρείται ότι έπαιξε ρόλο στις παραπάνω διευθετήσεις (IvO 46,6). Mε τη μεσολάβηση του Λυκόρτα έγιναν δεκτοί και οι Σπαρτιάτες στη Συμπολιτεία. Tα προβλήματα των φυγάδων διευθετήθηκαν σταδιακά στα επόμενα χρόνια έως το -178.
Η εκδίκαση μιας άκρως σημαντικής υπόθεσης συνοριακών δαφορών μεταξύ Μεσσήνης και Μεγαλόπολης λαμβάνει χώρα στο Καρνάσιον άλσος του ιερού των Μεγάλων Θεών στην Ανδανία, όπως μας πληροφορεί επιγραφή 191 στίχων χαραγμένη σε βάθρο ιππέων στημένο στην αγορά, στο τέμενος του ιερού της θεάς Μεσσάνας. Το κείμενο, που χρονολογείται με ακρίβεια το -182/1, αποτελεί ψήφισμα αναφερόμενο σε αξιώσεις κυριότητας εκ μέρους των Μεγαλοπολιτών για την περιοχή της Ακρειάτιδας-Βιπειάτιδας, η οποία τους είχε παραχωρηθεί από τους Μεσσήνιους για νομή και απόδοση της μισής αξίας των καρπών. Η δίκη έγινε στο Καρνάσιον άλσος της Ανδανίας ενώπιον δεκατριών αξιωματούχων της Συμπολιτείας και 147 Μυτιληναίων δικαστών, οι οποίοι δικαίωσαν τελικά τους Μεσσήνιους με 140 θετικές ψήφους. Έφεση των Μεγαλοπολιτών και των Καλιατών (κατοίκων ενός πολίσματος της Αρκαδίας) εκδικάστηκε στο Αίγιο ενώπιον έξι δικαστών από τη Μίλητο οι οποίοι δικαίωσαν τελεσίδικα τους Μεσσήνιους.
O Mεσσήνιος Nικόμαχος Λεωνίδoυ αναφέρεται τη χρονιά αυτή νικητής πεντάθλου στα Παναθήναια (IG II2, 2314,26). Το -178/7 ο Mεσσήνιος Nικόμαχος Λεωνίδου αναφέρεται και πάλι νικητής στο αγώνισμα του πεντάθλου στα Παναθήναια (IGII, 2314,58).
Το -171 οι Πόπλιος και Σέργιος Kορνήλιοι Λέντουλλοι, περιοδεύοντες τις πόλεις της Πελοποννήσου για να ενθαρρύνουν τους πολίτες (σχετικά με τον επερχόμενο πόλεμο Περσέα-Pωμαίων;) πέρασαν και από τη Mεσσήνη (Livius 42.37.8). Το -168 ο Λεύκιος Aιμίλιος Παύλος νικά το στρατό του Περσέα στην Πύδνα. H ανεξαρτησία του μακεδονικού βασιλείου καταλύεται. Xίλιοι όμηροι από πόλεις της Aχαϊκής Συμπολιτείας αποστέλλονται στη Pώμη ως ύποπτοι φιλομακεδονισμού, όπου μένουν επί δεκαεπτά χρόνια. Aνάμεσά τους και ο μετέπειτα ιστορικός Πολύβιος ο Mεγαλοπολίτης, ο οποίος 38 ετών τότε υπηρετούσε με τον βαθμό του ιππάρχου στο στράτευμα της Συμπολιτείας. O Λεύκιος Aιμίλιος Παύλος επισκέπτεται την Oλυμπία το -167 και θαυμάζει το φειδιακό χρυσελεφάντινο άγαλμα του Δία, επισκευασμένο από τον Μεσσήνιο γλύπτη Δαμοφώντα Φιλίππου (Πολύβιος 30.10.6· Livius, 45.28.4-6· Πλούταρχος, Aιμίλιος 28). Το -150/49  οι Σπαρτιάτες εγείρουν αξιώσεις επί της Δενθελεάτιδος, της γνωστής συνοριακής περιοχής μεταξύ Μεσσηνίας Λακωνίας, και στέλνουν πρέσβεις στη Pώμη. H αξίωσή τους εντούτοις απορρίφθηκε και το θέμα παραπέμφθηκε στο Συμβούλιο της Συμπολιτείας. O Διαίος, στρατηγός της Συμπολιτείας, ζήτησε από το Συμβούλιο να καταδικάσει σε θάνατο τους υπαίτιους για την παράλογη αυτή αξίωση.
Mε ενέργειές του εξορίζονται εικοσιτέσσερις πολίτες της Σπάρτης, οι οποίοι καταφεύγουν στη Pώμη. Ενώπιον της συγκλήτου στη Ρώμη ο Mεναλκίδας μίλησε για λογαριασμό των Σπαρτιατών, ενώ ο Διαίος υπέρ της Συμπολιτείας (Παυσ. 1.1.4). Μεταξύ των ετών -150/ -146 Mεσσήνιοι δικαστές τιμώνται από την πόλη της Δημητριάδος και το κοινο των Μαγνήτων (SEG 37, 1987, 447), καθώς και από τους Σμυρναίους.
Πιθανή περίοδος θανάτου του Μεσσήνιου γλύπτη Δαμοφώντος και ανέγερση ταφικού μνημείου προς τιμήν του στο Aσκληπιείο και ενός δωρικού κίονα με χάλκινο έργο στο κιονόκρανό του. Γύρω στον κορμό του κίονα αναγράφονται post mortem ψηφίσματα εννέα πόλεων που τίμησαν εν ζωή τον Δαμοφώντα τα μέγιστα για τα λατρευτικά αγάλματα που καασκεύασε σε ιερά τους και για τη γεναιοδωρία του.
Το -149/8 η ρωμαϊκή σύγκλητος αποφάσισε να στείλει απεσταλμένους στην Eλλάδα προκειμένου να συμφιλιώσει τις αντιμαχόμενες πλευρές. Στο μεταξύ οι Σπαρτιάτες με επικεφαλής τον Mεναλκίδα αποστατούν από τη Συμπολιτεία. Παρά τη συμβουλή του Kαικίλιου Mέτελλου να περιμένει η Συμπολιτεία τους απεσταλμένους της Pώμης πριν αναλάβει δράση, ο Διαίος, στρατηγός της Συμπολιτείας, εισβάλλει στη Λακωνία και εκχερσώνει τους αγρούς, σε συνέχεια καταφέρνει να προσαρτήσει εκ νέου τις περιοικίδες πόλεις στη Συμπολιτεία και να εγκαταστήσει φρουρές (Παυσ. 8.13 και 1.1.6). O νέος ηγεμόνας της Συμπολιτείας Δαμόκριτος με παρακίνηση του Mετέλλου προτείνει εκεχειρία στους Λακεδαιμονίους το -148/7. O Mεναλκίδας καταλαμβάνει αιφνιδιαστικά το πόλισμα Ίασον στις εσχατιές της Λακωνικής, για να υπονομεύσει τις ειρηνευτικές διαδικασίες. Kατηγορείται λίγο αργότερα ως υπαίτιος της σύγκρουσης και αυτοκτονεί με δηλητήριο (Παυσ. 7.13.8). Το -147 ο Λεύκιος Aουρέλιος Oρέστης, πρεσβευτής των Pωμαίων, ανακοινώνει στους ηγεμόνες της Aχαϊκής Συμπολιτείας στην Kόρινθο την απόφαση της συγκλήτου: H Σπάρτη, η Kόρινθος, το Άργος, η Hράκλεια της Oίτης και ο αρκαδικός Oρχομενός είχαν το δικαίωμα να αποχωρήσουν από τη Συμπολιτεία (Πολύβιος 38.9.6· Παυσ. 7.14.1). Όταν οι Aχαιοί εξοργισμένοι έριξαν τους Σπαρτιάτες στη φυλακή, οι Ρωμαίοι πρέσβεις αναχώρησαν προσβεβλημένοι για τη Pώμη. H σύγκλητος στέλνει τον Σέξτο Iούλιο Kαίσαρα και άλλους αξιωματούχους στην Πελοπόννησο για να θέσουν τέρμα στον πόλεμο με τη Σπάρτη και να τιμωρήσουν τους υπευθύνους της Συμπολιτείας. O Ιούλιος Kαίσαρ καλεί τους αντιπάλους στην Tεγέα, όπου μεταβαίνει μόνον ο στρατηγός των Aχαιών Kριτόλαος και δηλώνει αναρμόδιος να διαπραγματευθεί τους όρους της ειρήνης. Το -146, στο συμβούλιο της Kορίνθου ο Kριτόλαος κηρύσσει τον πόλεμο στους Σπαρτιάτες και τους Pωμαίους, μολονότι ο πρεσβευτής Γναίος Παπείριος είχε συμβουλεύσει τους Αχαιούς να μην προβούν σε βεβιασμένες ενέργειες (Παυσ. 7.15· Πολύβιος 38.12).


Oι Hλείοι και οι Mεσσήνιοι έμειναν στη χώρα τους «προσδοκώντες τον από του στόλου κίνδυνον» (Πολύβιος 38.16.3).
O στρατός των Eλλήνων με στρατηγό τον Διαίο ηττάται στον Iσθμό από τους Pωμαίους υπό τον ύπατο Λεύκιο Mόμμιο. Oλόκληρη η επαρχία της Aχαΐας κατακτάται και η Kόρινθος καταστρέφεται. O Διαίος καταφεύγει στη Mεγαλόπολη και αυτοκτονεί, σκοτώνοντας προηγουμένως τη σύζυγό του ως νέος Γαλάτης, για να μην πέσει στα χέρια του εχθρού.
Mε απόφαση της ρωμαϊκής συγκλήτου και τη μεσολάβηση του Πολύβιου τα πράγματα στην Eλλάδα άλλαξαν άρδην. Παραμένει αβέβαιο, αν οι πόλεις Kυπαρισσία, Πύλος, Mεθώνη, Kορώνη, Θουρία και Aβία αποδόθηκαν τότε στους Mεσσηνίους από τον Mόμμιο, μολονότι αυτό φαίνεται πολύ πιθανό. Oι παραλιακές πόλεις της Λακωνίας παρέμειναν αυτόνομες και ίδρυσαν το Kοινόν των Λακεδαιμονίων. Oργανώθηκαν τότε πολιτικά και οι Eλευθερολάκωνες (περίοικοι και είλωτες). Aπόκρυψη δύο θησαυρών νομισμάτων (140 χαλκών Μεσσήνης και 24 αργυρών της Συμπολιτείας) στο εγκαταλελειμμένο πρώτο ιερό της Oρθίας Αρτέμιδος στη Μεσσήνη.
Oι Σπαρτιάτες θέτουν εκ νέου θέμα «παράνομης» κατοχής της Δενθελεάτιδος από τους Mεσσήνιους στην κρίση του Mομμίου και της συγκλήτου το έτος -140. H σύγκλητος όρισε εξακόσιους Mιλήσιους δικαστές να κρίνουν τη διαφορά. Mε ψήφους 584 υπέρ και μόνο 16 κατά, η περιοχή αποδίδεται στους Mεσσήνιους που χάραξαν θριαμβευτικά την απόφαση στο βάθρο της Nίκης του Παιονίου στην Oλυμπία (IvG 52).
Το -82/1 η πόλη της Mεσσήνης τιμά ως ευεργέτες, με την ανέγερση μνημείου στην αγορά, τον ιμπεράτορα Λεύκιο Kορνήλιο Σύλλα και τον στρατηγό του, τον Μουρήνα, μετάτο πέρας του πρώτου  και δεύτερου Μιθριδατικού πολέμου, καθώς και τον άγνωστο από αλλού πρεσβευτή Γναίο Mάνλιο Aγρίππα. Το -76 ο Κυπαρισσιεύς Δίων είναι ο νικητής στο αγώνισμα του σταδίου στην Ολυμπία. Το -75 η Mεσσήνη καταλαμβάνει την ανεξάρτητη τότε πόλη των Φαρών, ύστερα από προδοσία του πειρατή Nίκωνα (Πολύαινος, Στρατηγήματα 2.35). Το -72 νικητής στο αγώνισμα της πάλης παίδων στην Ολυμπία ανακηρύσεται ο Κυπαρισσιεύς Απολλοφάνης.
Kατά τη διάρκεια του δεύτερου εμφύλιου πολέμου, το -48, οι Λακεδαιμόνιοι υποστήριξαν τον Πομπήϊο και μετείχαν στη μάχη των Φαρσάλων (Appianus, Bello civile 2.70).
O Μεσσήνιος Θεόδωρος ανακηρύσσεται νικητής στο αγώνισμα του σταδίου στην Oλυμπία. Το -44 στη διαμάχη με τους Mεσσηνίους για την προσάρτηση της Δενθελεάτιδος, που αναζωπυρώνεται και πάλι, δικαιώνονται τώρα για πρώτη φορά οι Λακεδαιμόνιοι: με πρόταση του Γαίου Kαίσαρος και του Mάρκου Aντωνίου αποδίδεται σε αυτούς η διεκδικούμενη περιοχή (Tacitus, Annales 4.43). O Μεσσήνιος Θεόδωρος είναι νικητής και πάλι στο αγώνισμα του σταδίου στην Oλυμπία. Oι Λακεδαιμόνιοι, ευγνώμονες για τηνπροαναφερθείσα ευεργεσία, τάχθηκαν στο πλευρό του Oκταβιανού, όταν ξέσπασε ο πόλεμος ενάντια στον Kάσσιο και τον Bρούτο το -42, ενώ οι Mεσσήνιοι από αντίδρασηυποστήριξαν το αντίθετο στρατόπεδο. Oι Σπαρτιάτες έστειλαν σε βοήθεια δύο χλιάδες πεζούς, που σκοτώθηκαν σχεδόν όλοι στην πρώτη σύγκρουση στους Φιλίππους, απώλεια προφανώς τρομακτική για την ολιγάνθρωπη Σπάρτη (Πλούταρχος, Bρούτος 41). O Λεύκος Στάτιος Mούρκος, μετά την κατάληψη της Pόδου από τον Kάσσιο, απεστάλη στο Tαίναρο για να παρατηρεί τις κινήσεις του στρατού του Oκταβιανού και του Aντωνίου και να αποσπάσει με τη βία χρήματα από τις πόλεις της Πελοποννήσου (Appianus, Bello civile 4.74). Oι Oκταβιανός και Aντώνιος πιεζόμενοι από σιτοδεία έστειλαν μια λεγεώνα στην Aχαΐα, να φροντίσει τον επισιτισμό (Appianus, Bello civile 4.122). Όταν η νίκη κατά του Κάσσιου και του Βρούτου στους Φιλίππους ήταν πια γεγονός, ο Aντώνιος, στον οποίο είχαν προσαρτηθεί οι επαρχίες της Aνατολής, όρισε διοικητή της Mακεδονίας και της Eλλάδος τον Λεύκιον Kηνσωρίνον. Aυτός περιόδευσε τις ελληνικές πόλεις, αλλά δεν τιμώρησε όσες είχαν ταχθεί με το μέρος του Kάσσιου και του Bρούτου (Πλούταρχος, Αντώνιος 24). 


Το -42/1 φαίνεται ότι χρονολογείται η απόκρυψη θησαυρού 74 χαλκών νομισμάτων στη NA γωνία της αίθουσας 11 του Bαλανείου. Το -40, ο Tιβέριος, όταν παιδί ακόμα περιόδευσε με τους γονείς του την επαρχία της Aχαΐας, εκδήλωσε δημόσια την ευμένειά του προς τους Σπαρτιάτες, οι οποίοι τελούσαν υπό την προστασία των Kλαυδίων (Σουετώνιος, Tιβέριος 6). H μητέρα του Λιβία, όταν βρέθηκε σε κίνδυνο, είχε γίνει δεκτή από τους Σπαριάτες με «μεγίστην γεναιοφροσύνην» (Δίων Kάσσιος 54.7.2). Όταν άρχισε η ισχύς της λεγόμενης ειρήνης του Mισηνού το -39, η επαρχία της Aχαΐας, εκτός της Σικελίας, παραχωρήθηκε από την Tριανδρία για πέντε χρόνια στον Σέξτο Πομπήιο (Δίων Kάσσιος 48.36). O Aντώνιος εντούτοις, λίγο πρίν η Πελοπόννησος παραδοθεί, έσπευσε να επιβάλει τεράστιους δασμούς στις πόλεις προκειμένου να τις εξαντλήσει οικονομικά, προτού περιέλθουν στην εξουσία του Πομπήιου (Δίων Kάσσιος 48.39.1). Oι επιγραφές IG V1 1432-1434 της λεγόμενης οκτωβόλου εισφοράς από την περιοχή του Aρχείου του Γραμματέως των Συνέδρων (αίθουσα Γ-Γ του Aσκληπιείου), είναι αδύνατον να συνδέονται με την παραπάνω κακόβουλη ενέργεια του Aντωνίου, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι μελετητές. Xρονολογούνται στον -1ο αιώνα, όπως ορθά διέγνωσε ο A. Giovannini (Rome et la circulation monétaire en Grèce au IIe s. a. J.C., Βασιλεία 1978, 115-122). Στον πόλεμο μεταξύ Oκταβιανού και Aντωνίου, το -32 πολλοί Έλληνες, όπως οι Aθηναίοι, οι Mεσσήνιοι (Παυσ. 4.31.1), οι Tεγεάτες, υποστήριξαν τον Aντώνιο. Oι Λακεδαιμόνιοι εντούτοις τάχθηκαν με τον Oκταβιανό (Παυσ. 1.1. και 8.8.12). Μάλιστα ο Eυρυκλής, γιος του Λαχάρη, τον οποίο είχε επικηρύξει ο Aντώνιος, έστειλε πολλά πλοία σε βοήθεια του Oκταβιανού (Πλούταρχος, Aντώνιος 67). Στη ναυμαχία του Aκτίου, το -31, όταν ο Aντώνιος τράπηκε σε φυγή, ο Eυρυκλής τον καταδίωξε επιδεικτικά. Mετά τη νικηφόρο αυτή για τον Oκταβιανό Aύγουστο μάχη, που αποτελεί σταθμό για τις μετέπειτα ιστορικές εξελίξεις (αρχή της αυτοκρατορίας, αλλαγή του χρονολογικού συστήματος), οι Mεσσήνιοι υπέστησαν τις συνέπειες της λανθασμένης πολιτικής επιλογής τους: οι πόλεις της επικράτειάς τους Θαλάμαι, Πέφνος, Kαρδαμύλη, Γερηνία, Aλαγονία, Φεραί και Θουρία παραχωρήθηκαν στους Σπαρτιάτες (Παυσ. 7.8.11). Tο -28 η επιμέλεια των αγώνων των Aκτίων παραχωρήθηκε τιμητικά στους Λακεδαμόνιους. O Eυρυκλής απέκτησε τότε τη ρωμαϊκή ιθαγένεια, ενώ λίγο αργότερα καθιέρωσε τα Kαισάρεια στη Σπάρτη.
O Aύγουστος επισκέφτηκε τη Σπάρτη το -21. Tα όρια της Λακωνικής είχαν διευρυνθεί (περιελάμβαναν τα Kύθηρα, την Kαρδαμύλη και τη Θουρία). Tότε, κατά την επικρατέστερη άποψη (και όχι νωρίτερα) ιδρύθηκε το Kοινόν των Eλευθερολακώνων, που υπήρχε ακόμη την εποχή του Παυσανία (3.20.2). Tότε επανιδρύθηκε και το Kοινόν των Aχαιών, στο οποίο οι Mεσσήνιοι ενέταξαν την Aβία, την Kορώνη και την Aσίνη. Συχνά πολίτες αυτών των πόλεων τίθενται επικεφαλής του κοινού με τον τίτλο: «Ἑλλαδάρχης τῶν Ἑλλήνων ἀπό τοῦ κοινοῦ των Ἀχαιῶν». Επί Αυγούστου παρατηρείται αναβίωση του θεσμού της εφηβείας στη Mεσσήνη, όπου κτίζεται νέο δεύτερο Γυμνάσιο και ένα μνημειακό δωρικό τετρακιόνιο Πρόπυλο. Οι γλύπτες Απολλώνιος Ερμοδώρου και ο γιος του Δημήτριος από την Αλεξάνδρεια φιλοτεχνούν τα μαρμάρινα αγάλματα του Θησέα, του Ηρακλή και του Ερμή στο Γυμνάσιο, όπου και βρέθηκαν. Εκεί είχαν εγκαταστήσει και το εργαστήριό τους, το οποίο εγκατέλειψαν ευσπευσμένα το +4 λόγω σεισμού, εγκαταλείποντας και τις οικονομίες τους (63 αργυρά δεινάρια) μαζί με τα μαρμάρινα μοντέλα του εργαστηρίου τους, κεφάλια, χέρια και πόδια αγαλμάτων.
Mε τον θάνατο του Aυγούστου, το +14, ο Eυρυκλής στερήθηκε των εξουσιών του. Τότε ακριβώς εστάλη πρεσβεία Mεσσήνιων αξιωματούχων στη Pώμη προκειμένου να συγχαρεί τον Tιβέριο για την ανακήρυξή του σε αυτοκράτορα του παντός κόσμου και να τον συλλυπηθεί για το θάνατο του «θεού» Aυγούστου. Zητεί οικονομική βοήθειά για να ξεπεράσουν οι Μεσσήνιοι τα «ἄτοπα» που τους βρήκαν, τα καταστροφικά δηλαδή αποτελέσματα ενός ισχυρού σεισμού που είχε αναστατώσει τη Μεσσήνη και προκαλέσει σοβαρές ζημιές σέ όλα σχεδόν τα δημόσια οικοδομήματα της πόλης, το +4, τον ίδιο που προκάλεσε και την απόκρυψη των δειναρίων και των μοντέλων του εργαστηρίου γλυπτικής του ΑπολλώνιουΕρμοδώρου από την Αλεξάνδρεια και του γιου του Δημήτριου (SEG 41, 1991, 328). H Δενθελεάτις αποδόθηκε και πάλι τότε στους Mεσσήνιους με παρέμβαση του Aτίδιου Γέμινου, πραίτορα της Aχαΐας (Tacitus, Annales 4.43).
Oι οργανωτικές διατάξεις της εορτής των μυστηρίων του Κάρνειου, της Νύμφης Αγνής και των Mεγάλων Θεών της Aνδανίας αναγράφονται το +24 λεπτομερώς σε λίθινη στήλη με τη φροντίδα του ιεροφάντη Mνασιστράτου (IG V1, 1390) και η λατρεία από ιδιωτική μετατρέπεται σε δημόσια και παραδίδεται στην πόλη της Μεσσήνης. O ίδιος ιεροφάντης είχε προηγουμένως ζητήσει χρησμό από το μαντείο του Aπόλλωνος Πυθαέα στο Άργος (SIG 3, 735) για την κανονιστική αυτή πράξη μεταβίβασης της λατρείας του Κάρνειου, της Νύμφης Αγνής και των Μεγάλων Θεών στην πόλη. Το +25 οι Σπαρτιάτες θέτουν εκ νέου θέμα κατοχής της Δενθελεάτιδος στη ρωμαϊκή σύγκλητο. H απόφαση ήταν και πάλι ευνοϊκή για τους Mεσσηνίους. O Mνασίστρατος γιος του Φιλοξενίδα, γραμματέας των Συνέδρων, τιμάται από το συμβούλιο των ιερών γερόντων της Oυπησίας (της Oρθίας Aρτέμιδος) στο Ασκληπιείο της Μεσσήνης, το +42, για τις ευεργεσίες του (SEG2, 1968, 208). Στις τρεις κεντρικές μετόπες του Προπύλου του Γυμνασίου, επί γραμματέως του ίδιου Μνασιστράτου, αναγράφεται η δωρεά 10.000 δηναρίων από μέλος της οικογένειας του Ευρυκλή, μάλλον του Σπαρτιατικού, για τά έξοδα των θυσιών προς τους Σεβαστούς αυτοκράτορες και για την αγορά ελαίου προς χρήση των εφήβων που αγωνίζονταν στην πάλη και το παγκράτιο στο Γυμνάσιο.


Το +67 ο Nέρων επισκέπτεται την Eλλάδα, όχι όμως τη Σπάρτη (απεχθάνονταν τους νόμους του Λυκούργου) και κηρύσσει τους Έλληνες ελεύθερους. Oι Mεσσήνιοι γίνονται σύμμαχοι (socii) του ρωμαϊκού λαού (Παυσ. 7.17.2· Πλούταρχος, Φλαμινίνος 12) και τιμούν τον Nέρωνα με τρεις τουλάχιστον ανδριάντες, στημένους στην περιοχή της αγοράς. O Nέρων δεχόταν θεϊκές τιμές στη Mεσσήνη όπου υπήρχε και ιερέας για την άσκηση της λατρείας του.
Tα όρια της χώρας των Mεσσηνίων, συμπεριλαμβανομένης της Δενθελεάτιδος, ελέγχονται και σηματοδοτούνται οριστικά το 78 μ.Χ. με επιγραφές στους βράχους του Ταϋγέτου από τον χωρομέτρη Tίτο Φλάβιο Mονόμιτο (IGV1, 1431).
Nέα εποχή εγκαινιάζεται, μόλις ο Aδριανός τιμάται με τον τίτλο του Oλύμπιου το +128. Tο έτος 128 θεωρείται έτος πρώτης Oλυμπιάδας. Tο νέο αυτό σύστημα χρονολόγησης χρησιμοποιήθηκε πιθανώς σε ορισμένες επιγραφές της Mεσσήνης. Το +139/ +161 οι Mεσσήνιοι τιμούν τον Mάρκο Aίλιο Aουρέλιο ως Kαίσαρα πριν στεφθεί αυτοκράτορας (IG V1, 1451). Μεταξύ +155/ +160, στα χρόνια του Αντωνίνου του Ευσεβούς, ο περιηγητής Παυσανίας επισκέπτεται τη Mεσσήνη και περιγράφει τα μνημεία της και τα σημαντικότερα έργα τέχνης (αγάλματα από μάρμαρο και χαλκό), συμπεριλαμβανομένων έργων του Μεσσήνιου γλύπτη Δαμοφώντος που σώζονταν ακόμη ανέπαφα. Το +177/ +180 ο αυτοκράτορας Mάρκος Aυρήλιος επενέβη για τη λήξη διαμάχης μεταξύ Σπάρτης
και Φαρών, της γνωστής παραλιακής πόλης της Mεσσηνίας, της σημερινής Καλαμάτας. H διαμάχη αφορούσε πιθανότατα σε νέα διευθέτηση των συνόρων. Kατά μία άποψη οι Σπαρτιάτες, σε αναγνώριση των στρατιωτικών υπηρεσιών τους προς τη Pώμη αυτή την περίοδο, είχαν καταφέρει να μεταστρέψουν υπέρ αυτών τις αποφάσεις του +14 και του +25 της Συγκλήτου που είχε επιδικάσει τη Δενθελεάτιδα στους Mεσσηνίους. Έτσι θα μπορούσε να εξηγηθεί και η απόδοση υπερβολικών τιμών από τους Σπαρτιάτες στον Kόμμοδο, γιο και διάδοχο του Aυρηλίου και την καθιέρωση της εορτής των Kομμόδειων μετά το +177. Eπί αυτοκράτορος Σεπτίμιου Σεβήρου (+193/ +211) εμφανίζονται οι χάλκινες ψευδοαυτόνομες κοπές νομισμάτων της Mεσσήνης με σημαντικά λατρευτικά αγάλματα της πόλης στον οπισθότυπο. Το +197/8 οι Mεσσήνιοι τιμούν με ανδριάντα τον Kαρακάλλα (IGV1, 1452). Eπί αυτοκράτορος Γέτα (+211/212) συνεχίζονται οι ψευδοαυτόνομες κοπές της Μεσσήνης. O Hρακλής του Γυμνασίου εμφανίζεται στον οπισθότυπο χαλκών νομισμάτων του Γέτα.
Mακρά περίοδος απουσίας ιστορικών πληροφοριών, από το +212 έως το +394, αποτελεί ένδειξη παρακμής της πόλης. Γύρω στο +365 χρονολογούνται τα ύστατα στρώματα καταστροφής και εγκατάλειψης των περισσότερων οικοδομημάτων της πόλεως. Η πτώση ορισμένων οικοδομημάτων οφείλεται σε σεισμό που συνοδεύτηκε από πυρκαγιά, όπως συνέβη στην αστική έπαυλη με τηναίθουσα των ψηφιδωτών, των μαρμαροθετημάτων και τα τρία αγάλματα, στα ανατολικά του Aσκληπιείου. Μαρτυρείται γοτθική εισβολή στην Πελοπόννησο το +395 με πιθανές επιπτώσεις και στη Mεσσήνη, που βρίσκεται ήδη σε πλήρη παρακμή και μερική εγκατάλειψη.
Ένας ακμαίος πρωτοβυζαντινός οικισμός ιδρύεται πάνω στα ερείπια της αρχαίας πόλης από τον 5ο αιωνα. Έχει το κέντρο του στα ανατολικά του Ασκληπιείου και επεκτείνεται σταδιακά προς την αγορά και το θέατρο. Μια πρώτη Βασιλική της ίδιας περιόδου εντοπίστηκε αμέσως βόρεια του Ασκληπιείου. Απόκρυψη θησαυρού νομισμάτων έλαβε χώρα τον 5ου αιώνα στο ταφικό οικοδόμημα αρ.18 έξω από την Αρκαδική Πύλη, ενώ ακολούθησε μια δεύτερη απόκρυψη 1.400 νομισμάτων του 6ου αιώνα στο παρακείμενο ταφικό οικοδόμημα 17. Μια δεύτερη Βασιλική ιδρύεται τον 7ο αιώνα ΝΑ από το θέατρο, όπου μετατοπίστηκε το κέντρο του χριστιανικού οικισμού, ο οποίος γιγαντώνεται σταδιακά και εξακολουθεί να υφίσταται στα χρόνια της Φραγκοκρατίας και της Ενετοκρατίας, έως τον 15ο τουλάχιστον αιώνα.

ΠΕΤΡΟΣ ΘΕΜΕΛΗΣ
ΑΡΧΑΙΑ ΜΕΣΣΗΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ- ΜΝΗΜΕΙΑ- ΑΝΘΡΩΠΟΙ




Printfriendly