.widget.ContactForm { display: none; }

Επικοινωνία

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2016

Ευρήματα της περιοχής Μούσγας Κυπαρισσίας κατά τη δοκιμαστική ανασκαφική έρευνα του 1961


ΒΑ του σιδηροδρομικού στάθμου τής σημερινής πόλεως της Κυπαρισσίας εγένετο δοκιμαστική ανασκαφική ερευνά επί τμήματος της υπό κατασκευήν εθνικής οδού, ήτις κατά το τμήμα τούτο διέρχεται άνωθεν του χώρου της αρχαίας πόλεως της Κυπαρισσίας. Η θέσις της πόλεως ταύτης ήτο ήδη από πολλού γνωστή, εντοπισθείσα υπό του Κυπαρίσση (ΠΑΕ 1911) μεταξύ των ΒΑ του στάθμου κειμένων θέσεων Μούσγα και Φόρος. Το τμήμα τούτο της οδού, εις ο απεκαλύφθησαν αρχαιότητες, έχει μήκος 500 μ. περίπου, εξ αιτίας δε τής διατεθείσης μικράς πιστώσεως, ηρευνήθη μόνον τμηματικώς. Ούτω προέβημεν εις την διάνοιξιν 25 δοκιμαστικών τάφρων, αίτινες απέδωσαν ικανοποιητικά αποτελέσματα. Η όλη ερευνά υπήρξε λίαν δυσχερής έξ αιτίας των κατά την διάρκειαν του χειμώνος βροχών, ως και των αφθόνων αναβρυζόντων εκεί υδάτων. Δια τον λόγον τούτον μέρη του τμήματος της οδού, έχοντα σαφείς ενδείξεις υπάρξεως αρχαιοτήτων, αφέθησαν ανεξερεύνητα. Εν τούτοις προέκυψεν εκ της ερεύνης αφθονία παντοειδών ευρημάτων περί των οποίων δίδεται κατωτέρω εν συντομία μικρά έκθεσις μέχρι τής πλήρους μελέτης και δημοσιεύσεως του όλου ευρήματος.
Τα πλησιέστερα προς τον σιδηροδρομικόν σταθμόν αποκαλυφθέντα θεμέλια οικοδομημάτων ανήκουν εις κατοικίας και δημόσια κτήρια και χρονολογούνται καθ' όλην την διάρκειαν τής Ρωμαϊκής περιόδου. Εκ τούτων σημειούμεν μέγα δημόσιον ασφαλώς, κτήριον, του οποίου αι πλευραί κατά την ΒΑ γωνίαν απεκαλύφθησαν εις μήκος 11μ. η Ανατολική και 5μ. η Βόρεια, ήτις και διασώζει το κατώφλιον της εισόδου.
Επίσης ενδιαφέρον είναι ορθογώνιον μικρόν μεγαροειδές οικοδόμημα, μη αποκαλυφθέν πλήρως, ωκοδομημένον άνωθεν αρχαιότερου χτίσματος. Αποτελείται εκ δύο δωματίων, επικοινωνούντων εσωτερικώς, εξ ων το εν μόνον ηρευνήθη.
Βορειότερον του ανωτέρω οικοδομήματος απεκαλύφθη τμήμα, μεγάλου λίθινου υδαταγωγού, μήκους 25 μ. και πλάτους 0,70 μ., όστις έχει κατεύθυνσιν από Ανατολών προς Δυσμάς και σύγκειται εκ μεγάλων πωρολίθων επιμελώς λελαξευμένων. Ούτος, κατά τό ανατολικόν αυτού πέρας, σχηματίζων γωνίαν κατευθύνεται προς Νότον και είναι πιθανόν να έχη σχέσιν με το εις απόστασιν 70μ. και προς την αυτήν κατεύθυνσιν επισημανθέν, έξωθι των ορίων της οδού, αρχαίου φρέαρ, το οποίον και σήμερον είναι πεπληρωμένον πηγαίου ύδατος.
Εις απόστασιν 25μ. ΒΑ του υδαταγωγού, διεπιστώθη ή γωνία μετά μεγάλου τμήματος της ανατολικής πλευράς ευμεγέθους κτηρίου και παρ’αυτό θεμέλιον ετέρου.
Ανατολικώς και ουχί μακράν τούτων, έκτος των ορίων τής οδού, εντός αγροκηπίου, διεπιστώθη η ύπαρξις μαρμάρινων σπονδύλων και πώρινων θεμελίων ετέρων μεγάλων οικοδομημάτων.


Αι ανωτέρω αποκαλυφθείσαι αρχαιότητες, Ρωμαϊκών χρόνων, πιθανόν να ανήκουν εις την αγοράν της αρχαίας πόλεως. Τούτο ενισχύεται και εκ του πλήθους των αρχαίων νομισμάτων, άτινα κατ’ ασφαλείς πληροφορίας των εντοπίων ανευρίσκονται επί της επιφάνειας των χωμάτων. Σημειωτέον ότι κατά την παρούσαν ανασκαφήν ανευρέθησαν περί τα 90 χαλκά και αργυρά νομίσματα.
Το υπόλοιπον του ερευνηθέντος τμήματος της οδού, ήτοι το βόρειον ήμισυ αυτού, κατέχει νεκρόπολις υστέρων ρωμαϊκών χρόνων αποτελουμένη εκ μεγάλων συγκροτημάτων κτιστών ταφικών περιβόλων εκ των οποίων μόνον εις (ο περίβολος «Α») ηρευνήθη πλήρως. Ούτος (μήκους 35μ. καί πλάτους 3.60μ.) περιέκλειε 30 ασύλητους τάφους, οίτινες ουδέν πλην των σκελετών περιείχον.
Είς απόστασιν 8μ. δυτικώς του νοτίου πέρατος του ταφικού περιβόλου «Α», απεκαλύφθη μέγα βάθρον διαστάσεων 2,60X 2,60μ. συγκείμενον εκ δύο βαθμίδων.
Είναι κατασκευασμένον έκ μεγάλων, καλώς πελεκημένων, ορθογωνίων πωρολίθων καί έχει πρόσβασιν έξ Ανατολών, πλάτους του αυτού με το βάθρον, και μήκους αποκαλυφθέντος μέχρι της στιγμής κατά 3,40μ.
Έξωθι της ΒΔ πλευράς του ταφικού περιβόλου «Α» καί εις σχηματιζομένην δι’ ετέρου τοιχίου καθέτου προς τον τοίχον, τής ανωτέρω πλευράς κόγχην, εύρέθησαν εις έλαχίστην έπίχωσιν έπιμελώς τοποθετημένα το εν επί του άλλου, τα μέλη δύο χαλκών ανδρικών αγαλματίων, ύψους 0,71μ. έκαστου.
Τα αγαλμάτια ταύτα των οποίων τα μέλη, ήτοι αί κεφαλαί, οι κορμοί και τα άκρα είναι κεχωρισμένως κατασκευασμένα, είναι χονδροειδούς και επαρχιακής εργασίας. Ανήκουν ασφαλώς εις την υστέραν Ρωμαϊκήν εποχήν και παριστούν πιθανόν τούς Διοσκούρους.
Έτι βορειότερον απεκαλύφθη τετράπλευρον κτίσμα, 6,90X 6,40μ., επιμελημένης εργασίας, έχον τα εσωτερικά αυτού τοιχώματα επικεχρισμένα, δια συμπαγούς ασβεστοκονιάματος· πιθανώτατα εχρησίμευεν ως δεξαμενή. Κατά την ΒΑ αυτού γωνίαν, έτερον τετράπλευρου κτίσμα, 4X 3,30μ., περιείχεν κιβωτιόσχημον άνευ κτερισμάτων τάφον, επίσης Ρωμαϊκών χρόνων, με τας πλευράς αποτελουμένας εκ μεγάλων πλακών εξ. ών η μία, προερχόμενη εκ παλαιοτέρας χρήσεως, διατηρεί ίχνη επιγραφής. Κάτωθι των δύο τούτων οικοδομημάτων διεπιστώθη η ύπαρξις παλαιοτέρας θεμελιώσεως πιθανώτατα ελληνιστικής εποχής.
Δυτικώτερον και εις μικροτέραν των 20 μ. από τούτων απόστασιν, ευρέθη ετέρα μικρά δεξαμενή, αποτελουμένη έξ ορθογωνίων πωρόλιθων, ήτις και σήμερον χρησιμοποιείται.
Έν τέλει σημειούμεν ότι καθ' όλην την επιφάνειαν του μη ερευνηθέντος τμήματος της οδού καθώς και εις τα πέριξ, ανευρίσκονται εν αφθονία όστρακα αγγείων, τεμάχια κεράμων, υπολείμματα ψηφιδωτών, νομίσματα, τμήματα τοίχων, ως και θραύσματα μαρμάρινων αρχιτεκτονικών μελών. Ταύτα χρονολογούμενα από της Ελληνιστικής μέχρι, καί της Βυζαντινής εποχής αποδεικνύουν την συνεχή ζωήν της πόλεως της Κυπαρισσίας από της αρχαιότητας μέχρι και των καθ’ ημάς χρόνων. Εις την ανωτέρω ανασκαφήν έλαβε μέρος ο φύλαξ Αρχαιοτήτων Διον Ανδρουτσάκης ως επιστάτης και ο κ. Κακαβογιάννης, φοιτητής αρχαιολογίας, ως βοηθός.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ Έφορος Εναλίων Αρχαιοτήτων,
Τριφυλιακή Εστία, τεύχος 26- 27, 1979
Από το «Αρχαιολογικόν Δελτίον 17 (1961/ 2): Χρονικά, σελ. 96-98

ΣΗΜ. "Τριφυλιακής Εστίας": Ο Έφορος Εναλίων Αρχαιοτήτων κ. Γεωρ. Παπαθανασόπουλος, πού υπηρέτησε για πολλά χρόνιο ως Επιμελητής καί Έφορος Αρχαιοτήτων τής Ζ' Εφορείας (Αρχαίας Ολυμπίας), είναι εκείνος πού γνώρισε από κοντά το πρώτο ... ανάθεμα της Μούσγας. Ακριβώς γι’ αυτό, είχε εκφράσει τή γνώμη « νά σταματήσει» ο δρόμος στην είσοδο τής πόλης, αν δεν μπορούσε να παρακάμψει νοτιοδυτικά. Την ίδια γνώμη είχε και πέρσι σαν μέλος του Αρχαιολογικού Συμβουλίου, πού τόσο αυτός όσο και όλοι οι συνάδελφοί του, αναγκάστηκαν άπ’ τή φορτική πίεση των τοπικών μας παραγόντων και του Υπουργού Πολιτισμού(!...) να υπογράψουν τήν «επέκταση σχεδίου πόλης» πάνω άπ’ τον αρχαιολογικό μας χώρο. Εμείς θα τον θέλαμε ευεργέτη του τόπου μας κι αυτόν καί όλους. Όχι, δεν έπρεπε να ...υποκύψουν.
ΣΗΜ. "Τριφυλιακής Εστίας": Στό προηγούμενο τεύχος (σελ. 94 - 96) δημοσιεύσαμε μιά αποκαλυπτική επιστολή για τα όσα βρέθηκαν στον ίδιο χώρο πριν φτάσει η Αρχαιολογική Υπηρεσία. Αυτά δεν έχουν καταγραφεί από τον κ Παπαθανασόπουλο γιατί κανείς δε θέλησε να τον ενημερώσει. Ο επιστολογράφος μας κ. Ηλίας Αγγελόπουλος πού εργαζόταν εκεί ως βοηθός τοπογράφου είχε διωχτεί άπ' τούς τοπικούς μας παράγοντες γιατί έκανε το καθήκον του έναντι της αιώνιας Κυπαρισσίας κι’ όχι γιά "κεί πού όριζε το συμφέρον ενός και μόνο ανθρώπου».

Βιβλιογραφία για την "Μούσγα" Κυπαρισσίας:
-Κυπαρίσσης, ΠΑΕ 1911,247-252*
-Γ.Α. Παπαθανασόπουλος, Γ., ΑΔ 17 (1961-62) Χρονικά, 96-98
-Παπαθανασόπουλος, Γ., ΑΔ 26 (1971) Χρονικά, 124-125
-Michaud, J.-P., BCH 98 (1974), 618
-Πιτταράς, Δ., «Μούσγα», Τριφυλιακή Εστία 2 (1976), 300 και 3 (1977), 430-432
-Πιτταράς, Δ., «Οριστική αφάνεια των αρχαιοτήτων της (Μοΰσγας) Κυπαρισσίας», Τριφυλιακή Εστία 4 (1978), 567-574
-Σταυρόπουλος, Β., «Η θέση της αρχαίας Κυπαρισσίας με βάση τις ιστορικές πληροφορίες και τα ερείπια της», Τριφυλιακή Εστία 5 (1979), 157-166.








Printfriendly